Σελίδες

Σελιδες

Σάββατο 26 Ιουλίου 2025

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 267 Ἰουλίου 2025

 

Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου (θ΄ 27 - 35)



Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον

θ΄ 27 - 35

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ παράγοντι τῷ Ἰησοῦ ἠκολούθησαν αὐτῷ δύο τυφλοὶ κράζοντες καὶ λέγοντες· Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ. 28 ἐλθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; λέγουσιν αὐτῷ· Ναί, Κύριε. 29 τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν λέγων· Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν. 30 καὶ ἀνεῴχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί· καὶ ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω. 31 οἱ δὲ ἐξελθόντες διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ. 32 Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν δαιμονιζόμενον· 33 καὶ ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου ἐλάλησεν ὁ κωφός. καὶ ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες, Οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ. 34 οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. 35 Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

Κυριακὴ Ζ΄ Ματθαίου: Ἡ θεραπεία τῶν δύο τυφλῶν (Ἅγιος Ἱωάννης Χρυσόστομος)

 

(Ματθ. θ΄ 27-35)
Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν
ὁμιλία αβ΄
 α΄. Γιατὶ τάχα τοὺς σέρνει μαζί του ἐνῶ φωνάζουν; Πάλι ἐδῶ θέλει νὰ μᾶς διδάξη νὰ ἀποφεύγωμε τὴ δόξα ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν κόσμο. Ἦταν κοντὰ τὸ σπίτι καὶ τοὺς ὁδηγεῖ ἐκεῖ γιὰ νὰ τοὺς θεραπεύση μακρυὰ ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Κι αὐτὸ εἶναι φανερὸ ἀπὸ ὅ,τι τοὺς εἶπε, νὰ μὴν ποῦν τίποτα σὲ κανένα. Καὶ δὲν εἶναι μικρὴ αὐτὴ ἡ κατηγορία ποὺ δέχωνται οἱ Ἰουδαῖοι, ὅταν οἱ τυφλοὶ μὲ χωρὶς μάτια ἀπὸ τὴν ἀκοὴ μονάχα δέχωνται τὴν πίστη, ἐνῶ ἐκεῖνοι ἄν καὶ βλέπουν τὰ θαύματα κι ἔχουν μάρτυρα γιὰ ὅσα γίνονται τὴν ὅραση, τὰ ὁλότελα ἀντίθετα κάνουν. Προσέξετε καὶ τὴν προθυμία τῶν τυφλῶν καὶ ἀπὸ τὶς κραυγὲς κι ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ συνάντηση. Οὔτε δηλαδὴ πλησίασαν μόνο ἀλλὰ καὶ φώναζαν δυνατὰ καὶ τίποτα δὲν ἤθελα παρὰ εὐσπλαχνία. Τὸν ἀποκαλοῦσαν Γιὸ τοῦ Δαυΐδ, γιατὶ τὸ ὄνομα τοὺς φαινόταν τιμητικό. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις καὶ οἱ προφῆτες ἔτσι καλοῦσαν τοὺς βασιλιάδες, ποὺ ἤθελαν νὰ τιμήσουν καὶ νὰ τοὺς παρουσιάσουν μεγάλους. Κι ὅταν τοὺς ὡδήγησε στὸ σπίτι, τοὺς ἀπευθύνει δεύτερη ἐρώτηση. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις φρόντιζε νὰ κάνη τὶς θεραπείες του, ἀφοῦ τὸν ἱκέτευαν, γιὰ νὰ μὴ νομίση κανένας ὅτι ἀπὸ φιλοδοξία ἔτρεχε νὰ θαυματοποιῆ. Κι ὄχι γι’ αὐτὸ μονάχα ἀλλὰ γιὰ νὰ δείξη πὼς ἦσαν ἄξιοι γιὰ τὴ θεραπεία καὶ γιὰ νὰ μὴ λένε ὅτι ἀφοῦ ἀπὸ εὐσπλαχνία ἔσωζε, ἔπρεπε νὰ σωθοῦν ὅλοι. Ἔχει καὶ ἡ φιλανθρωπία τὴ δικαιολογία της, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν πίστη ἐκείνων ποὺ σώζονται. Δὲ γυρεύει ὅμως ἀπ’ αὐτοὺς τὴν πίστη μόνο γι’ αὐτό, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὸν ἀποκάλεσαν Γιὸ του Δαυΐδ, θέλοντας νὰ τοὺς ὁδηγήση ἀκόμα ψηλότερα καὶ

Κυριακὴ Ζ’ Ματθαἰου: Ἡ θεραπεἰα τῶν δύο τυφλῶν

 Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς



Ο πρωτόπλαστος άνθρωπος ζούσε όπως οι άγγε­λοι, με τη θεωρία τού Θεού. Μετά την πτώση, οι απόγονοί του ζούσαν με την πίστη στο Θεό. Εκείνοι που δε θεωρούσαν το Θεό κι η πίστη τους είχε εκλείψει, δεν μπορούσαν να συναριθμηθούν με τους ζωντανούς, αφού δεν είχαν επαφή με τη Ζωή. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσαν να ζουν;
Η λίμνη που είναι ανοιχτή στο στερέωμα, δέχεται το νερό από ψηλά. Γεμίζει με νερό και δεν ξεραίνεται. Μια άλλη λίμνη, που δεν είναι ανοιχτή στο στερέωμα, δέχεται το νερό από τη γη, από τις πηγές των βουνών. Γεμίζει κι αυτή και δεν ξεραίνεται. Μια τρίτη λίμνη όμως, που δεν είναι ανοιχτή στο στερέωμα, ούτε και δέχεται νερό από κάποιο υπόγειο ρεύμα, δεν μπορεί παρά κάποια στιγμή ν' αδειάσει και να ξεραθεί.
Όταν μια λίμνη δεν έχει νερό, μπορεί πια να λέ­γεται λίμνη; Όχι. Μάλλον είναι ένας στεγνός κρατή­ρας. Μπορεί ένας άνθρωπος χωρίς Θεό να ονομάζεται άνθρωπος; Όχι. Μάλλον είναι ένας στεγνός, ένας άδει­ος τάφος. Όπως το νερό είναι το κύριο συστατικό της λίμνης, έτσι είναι κι ο Θεός για τον άνθρωπο. Λίμνη χωρίς νερό δεν είναι λίμνη· άνθρωπος χωρίς Θεό δε λέγεται άνθρωπος. Πώς μπορεί νά 'χει ένας άνθρωπος το Θεό μέσα του, αν του έχει κλείσει την είσοδο απ' όλες τις πλευρές, όπως μια αποξηραμένη λίμνη ή ένας κλειστός τάφος χωρίς φως;
Ο Θεός δεν είναι σαν μια πέτρα που πέφτει μέσα στον άνθρωπο και παραμένει εκεί χωρίς τη θέληση του ανθρώπου. Ο Θεός είναι δύναμη, πιο ισχυρή και πιο καθαρή από το φως και τον αέρα. Είναι δύναμη που γεμίζει τον άνθρωπο ή τον εγκαταλείπει αν εκείνος με την ελεύθερη θέλησή του την απορρίψει. Κι αυτό επειδή ο Θεός είναι άπειρα αγαθός. Έτσι, από τη μια μέρα στην άλλη ο άνθρωπος μπορεί να μην είναι το ίδιο γεμάτος από το Θεό. Κι αυτό εξαρτάται κυρίως από το πόσο ανοιχτός είναι ο άνθρωπος στο Θεό. Αν η ψυχή του ανθρώπου ήταν εντελώς ανοιχτή μόνο
προς το Θεό, που σημαίνει πως ταυτόχρονα θα ήταν κλειστή για τον κόσμο, τότε θα ξαναγύριζε στην πρώτη του αγαλλίαση της θεωρίας τού Θεού. Αλλ' αυτό είναι πολύ δύσκολο στο θνητό περιβάλλον όπου ζει η ψυχή τού ανθρώπου. Μόνο ένα άνοιγμα υπάρχει απ' όπου ο άνθρωπος μπορεί νά 'ρθει σ' επαφή με το Θεό, την πηγή της ζωής. Και το άνοιγμα αυτό είναι η πίστη.
Πίστη σημαίνει πρώτα

Η ΑΛΗΘΗΣ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑ


π. Δημητρίου Μπόκου

Περιερχόμενος τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριὰ τῆς Ἰουδαίας ὁ Χριστός, βρέθηκε μπροστὰ σὲ δύο τυφλούς, ποὺ ζήτησαν μὲ δυνατὲς κραυγὲς νὰ τοὺς σπλαχνιστεῖ καὶ νὰ τοὺς θεραπεύσει ἀπὸ τὴν τύφλωση. Ὁ Χριστὸς τοὺς ρώτησε ἂν πιστεύουν ὅτι μπορεῖ νὰ τὸ κάνει αὐτὸ καὶ ἐκεῖνοι ἀπάντησαν θετικά. Καὶ ὁ Χριστὸς τοὺς ἔδωσε τὸ φῶς τους (Κυριακὴ Ζ΄ Ματθαίου).
Οἱ δυὸ τυφλοὶ στὴν ἱκεσία τους ὀνόμαζαν τὸν Χριστὸ υἱὸ τοῦ
Δαυΐδ. «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ». Εἶχαν δηλαδὴ ἐνστερνισθεῖ τὴ γνώμη, ὅτι ἔχουν μπροστά τους ὄχι ἕναν ἁπλὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸν ἀναμενόμενο ἔνδοξο ἀπόγονο τοῦ Δαυΐδ, τὸν Μεσσία καὶ λυτρωτὴ τῶν ἀνθρώπων. Πίστευαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶχε προφητευθεῖ ἀπὸ ὅλους τοὺς προφῆτες. Ἀλλὰ ἡ πίστη τους δὲν σταματοῦσε ἐκεῖ.
Ὁ Χριστὸς δὲν τοὺς θεράπευσε ἀμέσως,

Σάββατο 19 Ιουλίου 2025

Ὁ Πύρινος Ἅγιος. Ἠλίας ὁ Θεσβίτης

 


Αὐτὸς ὁ ἅγιος ξεχωρίζει ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους, καὶ μὲ ὅλο ποὺ ἤτανε ἄνθρωπος, φαίνεται σὰν κάποιο ὑπερφυσικὸ καὶ μυστηριῶδες πλάσμα, ποὺ ἔρχεται καὶ ξανάρχεται στὸν κόσμο. Οἱ Ἰουδαῖοι περιμένανε νὰ ξανἄρθει στὸν κόσμο, γιὰ τοῦτο θαρρούσανε πὼς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἤτανε ὁ Ἠλίας. Καὶ τότε ποὺ ρώτησε ὁ Χριστὸς τοὺς μαθητὲς τοῦ «Ποιός, λένε, πὼς εἶμαι, οἱ ἄνθρωποι;», τοῦ ἀπαντήσανε πὼς λέγανε πὼς ἤτανε ὁ Ἠλίας ἢ κάποιος ἄλλος ἀπὸ τοὺς προφῆτες. Ὁ προφήτης Μαλαχίας, ποὺ ἔζησε πολὺ ὑστερώτερα ἀπὸ τὸν Ἠλία, λέγει: «Τάδε λέγει Κύριος Παντοκράτωρ. Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τὸν Θεσβίτην, πρὶν ἢ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ», καὶ πολλοὶ τὸ ἐξηγήσανε πὼς ὁ Ἠλίας θἄρθη πάλι στὸν

κόσμο πρὶν ἀπὸ τὴ Δευτέρα Παρουσία καὶ θὰ μαρτυρήσει. Σὲ ὅλα μοιάζει μ᾿ αὐτὸν ὁ Πρόδρομος, γι᾿ αὐτὸ οἱ ἀπόστολοι κ᾿ οἱ ἄλλοι Ἑβραῖοι ὑποπτευόντανε μήπως ἤτανε ὁ Ἠλίας ξαναγεννημένος. Ὕστερα ἀπὸ τὴ Μεταμόρφωση, σὰν

Εὐαγγελική περικοπή Κυριακῆς Στ΄Ματθαίου

 


 
 
Ματθαίου θ΄ 1-8

 
 αὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. 2 Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπε τῷ παραλυτικῷ· θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 3 καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. 4 καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ῞Ινα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 5 τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; 6 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας - τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 7 καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 8 ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις. 9 Καὶ παράγων ὁ ᾿Ιησοῦς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄνθρωπον καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, Ματθαῖον λεγόμενον, καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι. καὶ ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ.
 

Ἡ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ

 



Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος
(Ματθ θ’, 1-8)


«Καὶ ἀφοῦ μπῆκε στὸ πλοῖο πέρασε διὰ μέσου τῆς λίμνης στὸ ἀπέναντι μέρος καὶ ἦλθε στὴ δική του πόλη. Καὶ νὰ ἔφεραν σ’ αὐτὸν ἕνα παραλυτικὸ πάνω στὸ κρεβάτι. Καὶ ὁ Ἰησοῦς, ὅταν εἶδε τὴν πίστη τους, εἶπε στὸν παραλυτικό· Ἔχε θάρρος, παιδί μου, σοῦ ἔχουν συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου»
Δική του πόλη ὀνομάζει ἐδῶ τὴν Καπερναούμ. Ἡ Βηθλεὲμ τὸν ἔφερε στὴ ζωή, ἡ Ναζαρὲτ τὸν μεγάλωσε, ἡ Καπερναοὺμ τὸν εἶχε μόνιμο κάτοικό της. Ὁ παραλυτικὸς ἐδῶ εἶναι ἄλλος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Ἐκεῖνος ἦταν κατάκοιτος στὴν κολυμβήθρα, αὐτὸς ἦταν στὴν Καπερναούμ. Ἐκεῖνος ἦταν ἄρρωστος τριάντα ὀκτὼ χρόνια· γι’ αὐτὸν ἐδῶ δὲ λέγεται τίποτα τέτοιο. Ἐκεῖνος δὲν εἶχε κανένα νὰ τὸν προστατέψει, αὐτὸς ὅμως εἶχε αὐτοὺς ποὺ τὸν φρόντιζαν, ποὺ τὸν σήκωσαν κιόλας καὶ τὸν ἔφεραν. Καὶ σ’ αὐτὸν λέει, «παιδί μου, συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σου» σ’ ἐκεῖνον, «θέλεις νὰ βρεῖς τὴν ὑγεία σου»; Κι ἐκεῖνον τὸν θεράπευσε τὸ Σάββατο, αὐτὸν ὅμως ὄχι. Γιατί βέβαια θὰ τὸν κατηγοροῦσαν ἂν τὸ ἔκανε· καὶ γι’ αὐτὸ οἱ Ἰουδαῖοι σ’ αὐτὸν σιώπησαν, σ’ ἐκεῖνον ὅμως ἐπιτέθηκαν καὶ τὸν καταδίωκαν. Αὐτὰ τὰ εἶπα ὄχι χωρὶς λόγο ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανένας πὼς ὑπάρχει διαφωνία, ἐπειδὴ σχημάτισε τὴν ὑποψία πὼς ἦταν ὁ ἴδιος παραλυτικός.



Ἐμεῖς ἂς προσέξουμε τὴ μετριοφροσύνη καὶ τὴν καλωσύνη τοῦ Κυρίου. Γιατί

ΤΟ ΑΥΤΟΕΙΔΩΛΟ

 




π. Δημητρίου Μπόκου
 
Ἐνῶ ὁ Χριστὸς βρισκόταν στὴν Καπερναούμ, τοῦ ἔφεραν γιὰ θεραπεία ἕναν παραλυτικό. Πρὶν θεραπεύσει τὸ σῶμα του ὁ Χριστός, θεράπευσε τὴν ψυχή του λέγοντας «ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι». Τὰ λόγια αὐτὰ ξένισαν τοὺς Φαρισαίους, ποὺ ἄρχισαν νὰ σκέφτονται, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ συγχωρεῖ κάποιος ἁμαρτίες; Αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸ κάνει μόνο ὁ Θεός. Κατ’ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς διέπραττε ὕψιστη βλασφημία, σφετεριζόμενος δικαίωμα τοῦ Θεοῦ (Κυριακὴ ΣΤ΄Ματθαίου).
Παλιότερα οἱ ἄνθρωποι διατηροῦσαν ἀκόμα τὴν εὐαισθησία τους στὸ θέμα τῆς ἁμαρτίας. Εἶχαν ἐνεργὸ μέσα τους τὸ κριτήριο τῆς ὀρθότητας τοῦ βίου. Καὶ τὸ κριτήριο αὐτὸ ἦταν ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
Ἦταν γι’ αὐτοὺς ὁ ἀσφαλὴς ὁδηγός, τὸ συμβουλευτικὸ ἐγχειρίδιο τῆς ζωῆς, ὄχι κάποιος ἐπαχθὴς καὶ αὐθαίρετος καταναγκασμὸς τῆς ἐλευθερίας τους. Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ δὲν ἦταν ἀκριβῶς ἐντολές, ἀλλὰ περισσότερο συμβουλές, ὑποδείξεις, ὁδοδεῖκτες γιὰ τὴν ἀσφαλῆ διέλευση μέσα ἀπὸ τὸ πολυποίκιλο κακὸ καὶ γιὰ τὴν ἐγγυημένη ἀνέλιξη στὴν ἀνέκφραστη ποιότητα ζωῆς ποὺ ὑποσχόταν ὁ Θεός. Οἱ ἄνθρωποι καταλάβαιναν σχετικὰ εὔκολα κατὰ πόσο βάδιζαν μὲ τοὺς κανόνες τοῦ Θεοῦ καὶ κατὰ πόσο

Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Κυριακὴ Ἁγίων Πατέρων τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

 


«Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου». Ὁμιλεῖ πάλι γιά τὸν κόσμο, ὄχι γιά ἕνα λαὸ οὔτε γιά εἴκοσι πόλεις, ἀλλὰ γιά ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη. Καὶ ἐννοεῖ τὸ πνευματικὸ φῶς, τὸ νοητό, ποὺ εἶναι πολὺ ἀνώτερο ἀκόμη καὶ ἀπό τίς ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου, ὅπως καὶ τὸ πνευματικὸ ἁλάτι. Καὶ προηγουμένως ὀνόμασε τοὺς χριστιανούς «ἁλάτι» καὶ ἔπειτα «φῶς» τοὺς ὀνομάζει, γιά νά ἀντιληφθεῖς ποιό εἶναι τὸ κέρδος τῶν αὐστηρῶν λόγων καὶ τῆς ἀξιοσέβαστης διδασκαλίας ἡ ὠφέλεια· διότι σὲ συγκρατεῖ καθὼς θέτει σὲ ἐνέργεια τή συνείδησή σου καὶ δέν ἀφήνει νά καταπέσεις καὶ σὲ καθιστᾶ προνοητικὸ ὁδηγώντας σε πρὸς τὴν ἀρετή.

«Οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλά ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ». Προσπαθεῖ πάλι μέ αὐτὰ τὰ λόγια νά τοὺς ὁδηγήσει σὲ ἠθική τελείωση καὶ τοὺς διδάσκει νά βρίσκονται σὲ διαρκῆ ἐπαγρύπνηση, διότι θὰ παρακολουθοῦνται ἀπὸ ὅλους καὶ θὰ ἔχουν ὡς θεατὲς ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. «Μὴν βλέπετε», λέγει, «ὅτι τώρα καθόμαστε ἐδῶ καὶ ὅτι βρισκόμαστε σὲ κάποια ἀπόμερη γωνιά τῆς γῆς. Διότι θὰ γίνετε τόσο περίβλεπτοι, τόσο πολὺ θὰ σᾶς βλέπουν ὅλοι, ὅπως βλέπουν μία πόλη πού εἶναι κτισμένη στήν κορυφή, καὶ ὅπως βλέπουν μέσα σὲ ἕνα σπίτι τὸ λυχνάρι, ποὺ βρίσκεται ἐπάνω στό λυχνοστάτη καὶ σκορπίζει γύρω τὸ φῶς».

Ποῦ εἶναι τώρα ἐκεῖνοι πού ἀμφιβάλλουν γιά τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ; Ἂς τὰ ἀκοῦσουν αὐτά, ἂς θαυμάσουν τὴν προφητικὴ Του δύναμη καὶ ἂς προσκυνήσουν τὴν ἐξουσία Του. Ἀναλογίσου δηλαδὴ ποιές μεγάλες ὑποσχέσεις ἔδινε πρὸς ἀνθρώπους πού ἦσαν ἄγνωστοι (οἱ Ἀπόστολοι) ἀκόμη καὶ στήν ἰδιαίτερή τους πατρίδα. Τοὺς ὑποσχόταν ὅτι θὰ τοὺς γνωρίσει ἡ ξηρὰ καὶ ἡ θάλασσα καὶ ὅτι ἡ φήμη τους θὰ φτάσει στά πέρατα τῆς οἰκουμένης. Ἢ ὀρθοτέρα, ὄχι ἁπλῶς ἡ φήμη, ἀλλὰ καὶ ἡ εὐεργετικὴ τους ἐπίδραση. Διότι πράγματι δέν τοὺς ἔκανε παντοῦ γνωστοὺς μόνο ἡ φήμη, ἀλλὰ τὰ ἴδια τὰ ἔργα τους. Διότι διέτρεξαν ὅλη τή γῆ σὰν νά εἶχαν φτερά, σὰν νά ἦταν ταχύτεροι ἀπό τίς ἀκτῖνες, καὶ ἔσπειραν τὸ φῶς τῆς εὐσέβειας. Καὶ ἔχω τὴν ἐντύπωση ὅτι στό σημεῖο αὐτὸ τοὺς προετοιμάζει γιά τὴν ποιμαντορικὴ δράση τους καὶ γιά νά ἔχουν παρρησία· ἡ φράση λοιπὸν «οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη» ἀποδεικνύει τή δύναμή Του. Διότι, ὅπως δέν ὑπάρχει τρόπος νά κρυφτεῖ ἡ πόλη αὐτή, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νά ἀποσιωπηθεῖ, καὶ νά μείνει ἀπαρατήρητο τὸ κήρυγμά Του. Ἐπειδὴ δηλαδὴ μίλησε γιά διωγμοὺς καὶ κακολογίες καὶ παγίδες καὶ πολέμους, τοὺς ἐνθαρρύνει καί, γιά νά μὴ νομίσουν ὅτι αὐτὰ θὰ μπορέσουν νά τοὺς λυγίσουν καὶ νά τοὺς κάνουν νά σιωπήσουν, τοὺς λέγει ἐνθαρρύνοντας τοὺς ὅτι, ὄχι μόνο δὲν θὰ μείνει ἀπαρατήρητο τὸ κήρυγμά τους ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ θὰ φωτίσει ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη. Καὶ γιά τὸν λόγο αὐτὸ ἀκριβῶς θὰ γίνουν ἔνδοξοι καὶ ἐπιφανεῖς.

Μὲ αὐτὸ λοιπὸν φανερώνει τή δύναμή Του. Μὲ τὸ ἀμέσως ἐπόμενο ὅμως τοὺς ζητεῖ νά ἐπιδοθοῦν μέ ζῆλο στό ἔργο τους καὶ τοὺς λέγει: «οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλά ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς»· ἔτσι ἂς λάμψει ἐμπρὸς στούς ἀνθρώπους, γιά νά δοῦν τὰ καλὰ σας ἔργα καὶ δοξάσουν τὸν Πατέρα σας τὸν οὐράνιο, ποὺ ἔχει τέτοια ἐνάρετα τέκνα. «Ἐγὼ δηλαδὴ ἄναψα», λέγει, «τὸ φῶς· ἔργο δικό σας εἶναι νά παραμείνει ἀναμμένο. Καὶ ὄχι μόνο γιά τὸν ἑαυτὸ σας, ἀλλὰ καὶ γιά ἐκείνους πού θὰ θελήσουν νά ἀπολαύσουν αὐτὸ τὸ λαμπερὸ φῶς καὶ νά κατευθυνθοῦν πρὸς τὴν ἀλήθεια. Ἂν ζεῖτε λοιπὸν ἐνάρετα καὶ ὅπως ταιριάζει σὲ ἐκείνους πού προορίζονται νά διδάξουν ὅλη τὴν οἰκουμένη, δὲν θὰ μπορέσουν οἱ κακολογίες νά μειώσουν τή λάμψη σας. Ἐπιδιώξετε λοιπὸν νά εἶναι ἡ ζωὴ σας ἄξια τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά εἶναι συμπαραστάτης σας παντοῦ, ὅπως θὰ τὴν κηρύσσετε παντοῦ».

Ἔπειτα, ἐκτὸς ἀπὸ τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ὑπόσχεται καὶ ἄλλη ὠφέλεια, ἱκανὴ νά τοὺς ἐνισχύσει στούς ἀγῶνες τους καὶ νά τοὺς καταστήσει πολὺ πρόθυμους. «Ἂν εἶναι», λέγει, «ἐνάρετος ὁ βίος σας, δὲν θὰ συμβάλλετε μόνο στόν φρονηματισμὸ τῆς οἰκουμένης, ἀλλὰ καὶ στή δόξα τοῦ Θεοῦ, ὅπως πάλι ἐὰν ἐνεργεῖτε διαφορετικὰ καὶ τοὺς ἀνθρώπους θὰ ὁδηγήσετε στήν αἰώνια καταστροφὴ καὶ θὰ τοὺς κάνετε νά βλασφημοῦν τὸ πανάγιο ὄνομα τοῦ Θεοῦ». «Πῶς θὰ δοξαστεῖ, ὅμως», θὰ μποροῦσε νά ἀπορήσει κάποιος, «ὁ Θεός με τή δική μας συμβολή, ἀφοῦ θὰ μᾶς κακολογοῦν οἱ ἄνθρωποι;». Δὲν θὰ σᾶς κακολογοῦν ὅλοι. Καὶ ἐκεῖνοι ἀκόμη πού θὰ σᾶς κακολογοῦν ἀπὸ φθόνο, θὰ σᾶς θαυμάζουν καὶ θὰ σᾶς σέβονται κρυφὰ μέσα στή συνείδησή τους, ὅπως ἀκριβῶς κατηγοροῦν ἐνδόμυχα οἱ κόλακες ἐκείνους πού ζοῦν ἀνήθικα.

Λοιπόν; Μᾶς συμβουλεύεις νά ζοῦμε πρὸς αὐτοπροβολὴ καί μέ σκοπὸ τὴν ἀπόκτηση δόξας; «Ὄχι! Δέν ἐννοῶ αὐτό. Γιά τοῦτο δέν σᾶς εἶπα νά φροντίζετε νά κάνετε γνωστὰ καὶ νά προβάλλετε τὰ κατορθώματά σας, οὔτε πάλι σᾶς εἶπα νά τὰ ἐπιδεικνύετε, ἀλλὰ «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν (ἔτσι ἂς λάμψει τὸ φῶς σας)». Τοῦτο σημαίνει: ‘’νά εἶναι πολλὴ ἡ ἀρετὴ σας καὶ ἄφθονη ἡ φλόγα σας καὶ ἄπειρο τὸ φῶς σας’’. Διότι ὅταν εἶναι τόσο πολλὴ ἡ ἀρετή, εἶναι ἀδύνατον νά μὴν τὴν προσέξουν, ἀκόμη καὶ ἂν προσπαθεῖ νά τὴν κρύψει ὁ ἐνάρετος. Ἡ ζωὴ σας εἶναι ἀδιάβλητη καὶ μὴν τοὺς δίνετε καμία ἀφορμὴ νά σᾶς κακολογοῦν. Καὶ τότε δὲ θὰ μπορέσει κανεὶς νά κηλιδώσει τή ζωή σας, ἔστω καὶ ἂν σᾶς κακολογοῦν χιλιάδες.

Καὶ πολὺ ὡραία εἶπε: «τὸ φῶς». Διότι, ὅσο καὶ ἂν ἐπιθυμεῖ ὁ ἄνθρωπος νά μείνει ἀπαρατήρητος, ὅσο καὶ ἂν προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο νά παραμένει στήν ἀφάνεια, δέν ὑπάρχει τίποτε πού νά τοῦ δίνει τόση δόξα, ὅση ἡ ἄσκηση τῆς ἀρετῆς. Διότι εἶναι φωτεινότερος ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἀκτῖνα, σὰν νά ἀκτινοβολεῖ ὁ ἴδιος, καὶ ἐκπέμπει τή λάμψη του ὄχι μόνο πάνω στή γῆ, ἀλλὰ καὶ πάνω ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ τοὺς ἐνθαρρύνει περισσότερο. «Καὶ ἂν πονᾶτε καὶ στενοχωριέστε», λέγει, «ἐπειδὴ σᾶς κακολογοῦν, νά εἶστε βέβαιοι ὅτι θὰ εἶναι πολλοὶ ἐκεῖνοι πού θὰ λατρέψουν τὸν Θεό μέ τή βοήθειά σας. Ἡ ἀμοιβὴ σας ἑπομένως προέρχεται ἀπὸ δύο πηγές, καὶ ἐπειδὴ δοξάζεται ὁ Θεός μέ τή δική σας συμβολὴ καὶ ἐπειδὴ σᾶς κακολογοῦν ἐξαιτίας τῆς διδασκαλίας σας περὶ τοῦ Θεοῦ». Γιά νά μὴν ἐπιδιώκουμε λοιπὸν νά κακολογούμαστε ὅταν μάθουμε ὅτι θὰ ἀμειφθοῦμε γι’ αὐτό, δέν ἀναφέρει αὐτὸ μόνο, ἀλλὰ προσθέτει καὶ δύο προσδιορισμούς· «ὅταν ἡ κατηγορία εἶναι ψευδὴς» καὶ «ὅταν γίνεται ἐξαιτίας τῆς πίστεως μας πρὸς τὸν Θεό». Καὶ κάνει γνωστὸ συγχρόνως ὅτι δέν ὠφελεῖ ἡ κακολογία μόνο, ἀλλὰ ὠφελοῦν πολὺ καὶ οἱ ἔπαινοι, διότι ἡ δόξα μεταβαίνει πρὸς τὸν Θεό. Καὶ ἔτσι τοὺς δημιουργεῖ καλὲς ἐλπίδες. «Διότι», λέγει, «δέν ἔχουν τόση δύναμη οἱ συκοφαντίες τῶν κακῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά τυφλώσουν τοὺς ἄλλους καὶ νά τοὺς κάνουν νά μὴ δοῦν τὸ δικὸ σας φῶς. Τότε μόνο λοιπὸν θὰ σᾶς καταπατήσουν, ὅταν ἀπομακρυνθεῖτε ἀπὸ τὸν ἠθικὸ δρόμο, ὄχι ὅταν ἐνεργεῖτε ἠθικὰ καὶ σᾶς συκοφαντοῦν. Στή δεύτερη αὐτὴ περίπτωση μάλιστα θὰ σᾶς θαυμάζουν πολλοὶ καὶ ὄχι μόνο ἐσᾶς, ἀλλά, μὲ τή δική σας συμβολή, καὶ τὸν Πατέρα σας. Καὶ δέν εἶπε τὸν Θεό, ἀλλὰ τὸν Πατέρα, διότι ἤθελε νά ῥίξει ἀπὸ τώρα τὰ σπέρματα τῆς εὐγενείας τὴν ὁποία ἐπρόκειτο νά λάβουν». Ἔπειτα, γιά νά δείξει τὴν ὁμοτιμία Του μέ τὸν Πατέρα, ἐνῶ εἶπε παραπάνω: «μὴ στενοχωριέστε ὅταν σᾶς κακολογοῦν. Διότι σᾶς εἶναι ἀρκετὸ ὅτι σᾶς κακολογοῦν ἐξαιτίας μου»· ἐδῶ ἀναφέρει τὸν Πατέρα καὶ κάνει γνωστὸ ὅτι ἡ ἰσοτιμία ἰσχύει σὲ ὅλες τίς περιπτώσεις.

Ἀφοῦ λοιπὸν γνωρίσαμε τὸ κέρδος πού θὰ ἀποκομίσουμε ἀπὸ τὴν προθυμία αὐτὴν καὶ τὸν κίνδυνο πού περικλείει ἡ τυχὸν ῥᾳθυμία μας (διότι πολὺ χειρότερο ἀπὸ τή δική μας ἀπώλεια εἶναι τὸ νά βλασφημεῖται ὁ Κύριος μας ἐξαιτίας μας) ἂς μὴ γινόμαστε ἀφορμὴ σκανδαλισμοῦ καὶ αἰτία πτώσεως γιά τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, παρέχοντας τή ζωή μας πιὸ λαμπρή καὶ ἀπὸ τὸν ἥλιο, καὶ ἂν κάποιος θέλει νά μᾶς κατηγορεῖ, νά μὴ λυπόμαστε ὅταν ἄδικα μᾶς κατηγοροῦν, ἀλλὰ ὅταν δίκαια μᾶς κατηγοροῦν. Διότι ἐὰν ζοῦμε μέσα στήν πονηρία, καὶ ἂν ἀκόμη δὲν μᾶς κατηγορεῖ κανένας, θὰ εἴμαστε πιὸ ἄθλιοι ἀπὸ ὅλους, ἐνῶ ἐὰν φροντίζουμε γιά τὴν ἀρετή, καὶ ἂν ἀκόμη ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρη μᾶς κατηγορεῖ, τότε θὰ εἴμαστε οἱ πιὸ ἀξιοζήλευτοι ἀπὸ ὅλους καὶ θὰ προσελκύσουμε ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν τή σωτηρία· διότι δὲν θὰ προσέξουν τὴν κατηγορία τῶν πονηρῶν, ἀλλὰ τὴν ἀρετὴ τῆς δικῆς μας ζωῆς. Διότι πραγματικὰ ἡ ἀπόδειξη πού γεννιέται ἀπὸ τὰ ἐνάρετα ἔργα μας εἶναι πιὸ ἠχηρὴ ἀπὸ τή φωνή κάθε σάλπιγγας, καὶ ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ φῶς εἶναι πιὸ λαμπερὸς ὁ καθαρὸς ἠθικὸς βίος, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἀναρίθμητοι οἱ συκοφάντες.

Συνεπῶς, ἐὰν ἔχουμε ὅλες τίς ἀνωτέρω ἀρετές, τότε θὰ εἴμαστε καὶ πρᾶοι καὶ ταπεινοὶ καὶ ἐλεήμονες καὶ καθαροί καὶ εἰρηνοποιοὶ καὶ δὲ θὰ ἀνταποδίδουμε τίς ὕβρεις, ὅταν ὑβριζόμαστε, ἀλλὰ καὶ θὰ χαιρόμαστε, διότι θὰ προσελκύσουμε ἐκείνους πού μᾶς βλέπουν περισσότερο ἀπὸ ὅσο τοὺς προσελκύουν τὰ θαύματα, καὶ ἀκόμη, ὅλοι θὰ διατεθοῦν εὐνοϊκὰ πρὸς ἐμᾶς, εἴτε εἶναι ἄγριοι σὰν θηρία ἢ σὰν δαίμονες ἢ σὰν ὁτιδήποτε ἄλλο. Ἐὰν ὅμως ὑπάρχουν καὶ μερικοί πού θὰ μᾶς κατηγοροῦν νά μὴ φοβηθεῖς καθόλου καὶ νά μὴ θορυβηθεῖς, καὶ νά μὴ λάβεις ὑπόψη σου ὅτι σὲ ὑβρίζουν δημόσια, ἀλλὰ ἐρεύνησε τὸ βάθος τῆς ψυχῆς τους καὶ θὰ διαπιστώσεις ὅτι σὲ ἐπιδοκιμάζουν καὶ αἰσθάνονται θαυμασμὸ καὶ πολὺ σὲ ἐπαινοῦν.

Ἑπομένως νά μὴ λυπᾶσαι, οὔτε νά χάνεις τὸ θάρρος σου. Διότι καὶ οἱ ἀπόστόλοι γιά ἄλλους μὲν ἦσαν μυρωδιὰ θανάτου, γιά ἄλλους ὅμως ἦσαν ἄρωμα ζωῆς. «Ἂς εἶναι εὐλογημένο καὶ δοξασμένο τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς δίνει χάρη καὶ δύναμη καὶ μᾶς κάνει νά νικοῦμε καὶ νά θριαμβεύουμε ἐν τῷ Χριστῷ, καὶ ὁ Ὁποῖος κάνει φανερὴ καὶ αἰσθητὴ μέσῳ ἐμᾶς σὲ κάθε τόπο τή ζωογόνο εὐωδία τῆς ἀληθινῆς γνώσεως. Διότι ἐμεῖς, οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, εἴμαστε εὐωδία Χριστοῦ εὐχάριστη στόν Θεό· εὐωδία καὶ μεταξὺ τῶν σωζομένων καὶ μεταξὺ ἐκείνων, ποὺ βαδίζουν τὸν δρόμο τῆς αἰώνιας ἀπώλειας. Σὲ ἄλλους μὲν εἴμαστε ὀσμή πού φέρει τὸν θάνατο, διότι αὐτοὶ δὲν θέλουν νά δεχθοῦν τὴν σωτήρια ἀλήθεια· σὲ ἄλλους δέ, τοὺς καλοπροαίρετους, ζωογόνος εὐωδία, ποὺ δίνει ζωή. Καὶ ποῖος εἶναι ἱκανὸς ἀπὸ μόνος τοῦ νά πραγματοποιήσει αὐτὰ τὰ καλὰ ἔργα; Ὄντως, κανένας ἄλλος παρὰ μόνον ὁ Θεός». Πραγματικά, ἐὰν ἐσὺ δὲ δίνεις καμία ἀφορμὴ πρὸς κατηγορία, ἔχεις ἁπαλλαγεῖ ἀπὸ ὄλες τίς κατηγορίες καὶ μᾶλλον εἶσαι πιὸ μακάριος. Να ἀκτινοβολεῖς, λοιπόν, μὲ τή ζωή σου καὶ νά μὴ δίνεις καμία σημασία στούς κατηγόρους. Διότι δέν εἶναι δυνατό, ὁπωσδήποτε δέν εἶναι δυνατόν, να μὴν ἔχει πολλοὺς ἐχθροὺς ὅποιος φροντίζει γιά τὴν ἀρετή. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει τίποτε γιά τὸν ἐνάρετο, διότι διαμέσου ὅλων αὐτῶν θὰ δοξασθεῖ πολὺ περισσότερο.

Ἀφοῦ λοιπὸν σκεφτοῦμε αὐτά, ἂς φροντίζουμε γιά ἕνα πρᾶγμα μόνο, δηλαδὴ να ῥυθμίζουμε μέ ἀκρίβεια τή ζωή μας μὲ γνώμονα τὴν ἠθική, διότι ἔτσι θὰ κατευθύνουμε πρὸς τὴν ἠθικὴ ζωὴ ὅσους κάθονται στό σκοτάδι. Διότι ἡ ἠθικὴ μας συμπεριφορὰ ἔχει τόση δύναμη, ὥστε νά μὴν περιορίζεται ἐδῶ ἡ λάμψη της, ἀλλὰ καὶ νά ὁδηγεῖ ἐπιπλέον στή λύτρωση ὅσους τὴν ἀκολουθοῦν. Πραγματικά, ὅταν θὰ μᾶς δοῦν νά περιφρονοῦμε ὅλα τὰ ἐγκόσμια καὶ νά προετοιμαζόμαστε γιά τή μέλλουσα ζωή, θὰ ἐπηρεαστοῦν ἀπὸ τὰ ἔργα μας περισσότερο παρὰ ἀπὸ τὰ λόγια μας. Διότι ποῖος εἶναι τόσο ἀνόητος, ὥστε νά βλέπει ἐκεῖνο πού καλοπερνοῦσε καὶ ἤταν πλούσιος μέχρι χθὲς καὶ προχθές, νά περιφρονεῖ ὅλα αὐτὰ καὶ νά ἀποκτᾶ πτερὰ καὶ νά εἶναι ἕτοιμος νά ἀγωνιστεῖ πρὸς κάθε ταλαιπωρία καὶ πεῖνα καὶ ἀνέχεια καὶ κινδύνους καὶ θάνατο καὶ σφαγή καὶ πρὸς ὅλα ὅσα θεωροῦνται φοβερὰ καὶ νά μὴ βεβαιωθεῖ ἐξαιτίας αὐτῶν γιά τὰ μέλλοντα ἀγαθά; Ἂν ἀσχολούμαστε ὅμως ὑπέρμετρα μέ τὰ παρόντα καὶ βυθιζόμαστε βαθύτερα μέσα σὲ αὐτά, πῶς εἶναι δυνατὸν νά πιστέψουν ὅτι φροντίζουμε γιά τὴν ἄλλη ζωή;

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

πηγή 

Σάββατο 12 Ιουλίου 2025

Κυριακὴ Ε΄ Ματθαίου, τῶν ἁγίων Πατέρων Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου



Κατά Ματθαίον Εὐαγγέλιο Κεφ. 5, 14-19

14 Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη·15 οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ’ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ.

16 οὕτως λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς.

17 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. 18 ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται.

19 ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ’ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.

 

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Ε΄ Ματθαίου 

Ματθαίου, η΄ 28-34
 
Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης.
καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;
ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη.
οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων.
καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν.
οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων.
καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.

 

 

Η ταπείνωση διαλύει τον διάβολο

 

Άγιος Γέροντας Παΐσιος
 

Η ταπείνωση έχει μεγάλη δύναμη και διαλύει τον διάβολο. Όπου υπάρχει ταπείνωση, δεν έχει θέση ο διάβολος. Και όπου δεν υπάρχει διάβολος, επόμενο είναι να μην υπάρχουν πειρασμοί.
 Μια φορά ένας ασκητής ζόρισε ένα ταγκαλάκι να πη το “Άγιος ο Θεός...” Είπε το ταγκαλάκι “Άγιος ο Θεός, άγιος
ισχυρός, άγιος αθάνατος”, “ελέησον ημάς” δεν έλεγε. Πες: “ελέησον ημάς”! Τίποτε! Αν το έλεγε, θα γινόταν Άγγελος. Όλα τα λέει το ταγκαλάκι, το “ελέησόν με” δεν το λέει, γιατί χρειάζεται ταπείνωση.
 Το “ελέησόν με” έχει ταπείνωση, και δέχεται η ψυχή το μεγάλο έλεος του Θεού που ζητάει. Ό,τι και να κάνουμε, ταπείνωση-αγάπη-αρχοντιά χρειάζεται. 
Τα πράγματα είναι απλά. Εμείς τα κάνουμε δύσκολα. Όσο μπορούμε, να κάνουμε ό,τι είναι δύσκολο στον διάβολο και εύκολο στον άνθρωπο.
 Η αγάπη και η ταπείνωση είναι δύσκολες στον διάβολο και εύκολες στον άνθρωπο. Και ένας φιλάσθενος που δεν μπορεί να κάνη άσκηση, μπορεί να νικήση τον διάβολο με την ταπείνωση. Σε ένα λεπτό μέσα μπορεί ο άνθρωπος να γίνη Άγγελος ή ταγκαλάκι. Πώς; Με την ταπείνωση ή την υπερηφάνεια. Τι, μήπως χρειάσθηκαν ώρες για να γίνη ο Εωσφόρος από Άγγελος διάβολος; Μέσα σε δευτερόλεπτα έγινε.
 Ο ευκολώτερος τρόπος για να σωθούμε, είναι η αγάπη και η ταπείνωση. Γι' αυτό από την αγάπη και την ταπείνωση να αρχίσουμε και μετά να προχωρήσουμε στα άλλα.
Να εύχεσθε να δίνουμε συνέχεια χαρά στον Χριστό και στενοχώρια στο ταγκαλάκι, μια που του αρέσει η κόλαση και δεν θέλει να μετανοήση.
Από το βιβλίο  Λόγοι Α΄ Με πόνο και αγάπη για το σύγχρονο άνθρωπο.

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2025

Ἡ σκυτάλη στὴν παράδοση: Μιχάλης Καπρινιώτης

 Ραδιοφωνική, μουσική εκπομπή που επιμελείται και παρουσιάζει

ο ερμηνευτής - ερευνητής Γιώργος Πατσούρας

για τον ραδιοφωνικό σταθμό Σπίνο

 

Σάββατο 5 Ιουλίου 2025

Το παράδειγμα του εκατοντάρχου (π. Γεώργιος Μεταλληνός, Ομότ. Καθηγ. Παν. Αθηνών)

 


ΚΥΡΙΑΚΗ Δ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθαίου η’ 5-13)

«Ακούσας δε ο Ιησούς εθαύμασε…» (Ματθ. η’ 10)



1. Το σημερινό Ευαγγέλιο μας δίνει το αδρό πορ­τραίτο ενός στρατιωτικού που ελκύσθηκε από τη γοη­τεία του Χριστού μας. Όταν βλέπει δε κάποιος στη ψυχή του τόσα προσόντα, νοιώθει δικαιολογημένα κάποια έκπληξη. Η ζωή και η ιστορία μας έχει συνη­θίσει να βλέπουμε κάπως διαφορετικά ένα στρατιωτι­κό. Σαν άνθρωπο σκληρό και βίαιο. Όχι σπάνια δε α­πό τις καταχρήσεις ωρισμένων δημιουργείται και μιά αποστροφή προς την τάξη των στρατιωτικών, και γε­νικά προς κάθε ένστολο, διότι (πιστεύεται ότι) συνδέ­ονται με την βία και την επιβολή.
Ο εκατόνταρχος έχει συγκεκριμένο λόγο που έρ­χεται στο Χριστό. Τρέχει να τον συναντήσει, για να παρακαλέσει για τον δούλο του, που υπέφερε από πα­ραλυσία. Και μόνο η πράξη του αυτή ανεβάζει πολύ τον άνθρωπο αυτό στην συνείδησή μας, αν αναλογι­σθεί κανείς τη θέση των δούλων και μάλιστα την επο­χή εκείνη. Ήταν άνθρωποι οι δούλοι μόνο στη μορ­φή. Κοινωνικά δεν διέφεραν από τα ζώα. Δεν έκαναν μόνο όλες τις βαρειές δουλειές -κάτι ανάλογο που κάνουν οι ξένοι εργάτες σήμερα ή οι λαθρομετανά­στες-, αλλά και ζούσαν στο έλεος των αφεντικών τους, που τους διέθεταν

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Δ΄ Ματθαίου

 

Ματθαίου η΄ 5-13
 


Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς Καπερναοὺμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. Καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. Καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ' ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. Ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσιν καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῷ· ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. Καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ.