“Κανείς ἃς μὴ σᾶς κατακρίνει, δείχνοντας δῆθεν ταπεινοφροσύνη”, λέει ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος.Ἀληθινὴ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ οἰκείωση τοῦ φρονήματος τοῦ Χριστοῦ, “ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ ἦταν Θεός, …τὰ ἀπαρνήθηκε ὅλα καὶ πῆρε μορφὴ δούλου, ἔγινε ἄνθρωπος, καὶ ὄντας πραγματικὸς ἄνθρωπος, ταπεινώθηκε θεληματικά, ὑπακούοντας μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα θανάτου σταυρικού”.Ἡ ἀληθινὴ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἡ διάκριση, ποὺ ἀποτελεῖ δῶρο Θεοῦ, ἐνέργεια τῆς θείας χάριτος στὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου.
Ὑπάρχει και αυτόβουλη ταπεινοφροσύνη. Αὐτὴ εἶναι ἐφεύρημα ψυχῆς φιλόδοξης, ψυχῆς πλανεμένης καὶ αὐταπατημένης, ψυχῆς ποὺ κολακεύει τὸν ἑαυτό της καὶ ζητάει τὴν κολακεία τοῦ κόσμου, ψυχῆς ποὺ ὁλοκληρωτκᾶ προσηλώθηκε στὶς ἐπίγειες ἐπιτυχίες καὶ ἀπολαύσεις, ψυχῆς ποὺ λησμόνησε τὴν αἰωνιότητα καὶ τὸν Θεό.
Ἡ αὐτόβουλη, ἡ ἐπινοημένη, ἡ πλαστὴ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἕνα σύνολο ἀναρίθμητων καὶ ποικίλων τεχνασμάτων, μὲ τὰ ὁποῖα ἡ ἀνθρώπινη ὑπερηφάνεια προσπαθεῖ νὰ ὑποκλέψει τὴ δόξα τῆς ταπεινοφροσύνης ἀπὸ τὸν τυφλωμένο κόσμο, τὸν κόσμο ποὺ ἀγαπᾶ τὰ δικά του, τὸν κόσμο ποὺ ἐγκωμιάζει τὸ ἐλάττωμα, ὅταν αὐτὸ καλύπτεται πίσω ἀπὸ τὸ προσωπεῖο τῆς ἀρετῆς, τὸν κόσμο ποὺ μισεῖ τὴν ἀρετή, ὅταν αὐτὴ παρουσιάζεται μπροστά του μὲ τὴ θεία ἁπλότητά της, μὲ τὴν ἁγία καὶ σταθερὴ ὑποταγὴ στὸ Εὐαγγέλιο.
Τίποτα δὲν εἶναι τόσο ἐνάντιο στὴν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ ὅσο ἡ αὐθαίρετη ταπεινοφροσύνη, ποὺ ἀπορρίπτει τὸν ζυγὸ τῆς ὑπακοῆς στὸν Κύριο καὶ ὑπηρετεῖ τὸν σατανᾶ, φορώντας τὸν μανδύα τῆς ὑπηρεσίας τοῦ Θεοῦ.
Ἂν κοιτάζουμε ἀκατάπαυστα τὴν ἁμαρτωλότητά μας, ἂν προσπαθοῦμε νὰ παρατηροῦμε κάθε τῆς ὄψη, δὲν θὰ βροῦμε μέσα μας καμιὰν ἀρετή, οὔτε τὴν ταπεινοφροσύνη.
Ἡ ἀληθινὴ ταπείνωση κρύβει τὴν ἀληθινὴ ἀρετή, ὅπως μιὰ σεμνὴ κόρη κρύβει τὴν ὀμορφιὰ τῆς μ’ ἕνα κάλυμμα, ὅπως τὰ “ἅγια των ἁγίων” κρύβονταν ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸ καταπέτασμα.
Ἡ ἀληθινὴ ταπεινοφροσύνη εἶναι ὁ χαρακτήρας τοῦ