ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ[:Α΄Κορ.6,12-20]
Εδώ υπαινίσσεται τους λαίμαργους. Επειδή δηλαδή πρόκειται πάλι να στραφεί κατά του πόρνου- καθώς η πορνεία προέρχεται από την τρυφηλότητα και την έλλειψη μέτρου στη ζωή- καταδικάζει με σφοδρότητα το πάθος. Και ούτε λέγει αυτό για τα απαγορευμένα τρόφιμα – διότι εκείνα δεν επιτρέπονται- αλλά και για εκείνα που θεωρούνται ως ουδέτερα. Εννοώ το εξής περίπου: «μου επιτρέπεται», λέει, «να φάω και να πιω, αλλά δεν συμφέρει να τα κάνω με ασωτία». Και το πλέον θαυμαστό και παράδοξο, το οποίο, ως γνωστό, σε πολλές περιπτώσεις συνήθιζε να κάνει στρέφοντας τον λόγο στο αντίθετο, αυτό το κάνει και εδώ, και αποδεικνύει ότι το δικαίωμα να κάνει κανείς κάτι, όχι μόνο δεν συμφέρει, αλλά ούτε καν δικαίωμα είναι, αλλά δουλεία. Και κατά πρώτον μεν τους αποτρέπει χρησιμοποιώντας το επιχείρημα ότι είναι ασύμφορο και λέγοντας: «δεν συμφέρει»· δεύτερον χρησιμοποιεί και το εκ του αντιθέτου επιχείρημα λέγοντας ότι «εγώ δεν θα εξουσιαστώ από τίποτε».
Αυτό λοιπόν που εννοεί είναι το εξής: «Έχεις δικαίωμα να φας», λέει· «μένε λοιπόν κύριος του φαγητού και πρόσεχε μήπως γίνεις δούλος αυτού του πάθους. Εκείνος δηλαδή που κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος όπως πρέπει, είναι κύριός του· εκείνος όμως που προχωρεί σε άμετρη χρήση δεν είναι πλέον κύριος, αλλά γίνεται δούλος του, εφόσον μέσα του είναι τυραννικός δυνάστης η λαιμαργία». Είδες πώς απέδειξε ότι βρίσκεται υπό την εξουσία άλλου αυτός, ο οποίος νόμιζε ότι ασκεί εξουσία; Αυτό δηλαδή συνήθιζε να κάνει ο Παύλος, όπως είπα και προηγουμένως, στρέφοντας το θέμα στο αντίθετο, πράγμα το οποίο έχει κάνει και εδώ. Και πρόσεξε. Κάθε ένας από εκείνους έλεγε: «Έχω δικαίωμα να χαίρομαι τις απολαύσεις»· ο Παύλος λέει ότι «Δεν το κάνεις σαν να έχεις εξουσία επί των απολαύσεων, αλλά σαν να βρίσκεσαι εσύ ο ίδιος υπό την εξουσία τους· εφόσον δηλαδή είσαι άσωτος, δεν εξουσιάζεις την κοιλία σου, αλλά αυτή σε εξουσιάζει». Αυτό είναι δυνατό να το πει κανείς και για τα χρήματα και για τα άλλα πάθη.