Πίστευε, ἀγάπα, συγχώρα καί προχώρα στή ζωή σου..... .

Σάββατο 2 Μαρτίου 2024

Κυριακή του Ασώτου – Ερμηνεία της Αποστολικής περικοπής από τον Ιερό Χρυσόστομο

 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ[:Α΄Κορ.6,12-20]


ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ


  «Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος(:ας επανέλθω τώρα στο ηθικό ζήτημα. Όλα έχω εξουσία να τα κάνω, δεν συμφέρουν όμως όλα. Όλα είναι στην εξουσία μου, αλλά εγώ δεν θα εξουσιαστώ και δεν θα γίνω δούλος σε τίποτε)»[Α΄Κορ.6,12].

Εδώ υπαινίσσεται τους λαίμαργους. Επειδή δηλαδή πρόκειται πάλι να στραφεί κατά του πόρνου- καθώς η πορνεία προέρχεται από την τρυφηλότητα και την έλλειψη μέτρου στη ζωή- καταδικάζει με σφοδρότητα το πάθος. Και ούτε λέγει αυτό για τα απαγορευμένα τρόφιμα – διότι εκείνα δεν επιτρέπονται- αλλά και για εκείνα που θεωρούνται ως ουδέτερα. Εννοώ το εξής περίπου: «μου επιτρέπεται», λέει, «να φάω και να πιω, αλλά δεν συμφέρει να τα κάνω με ασωτία». Και το πλέον θαυμαστό και παράδοξο, το οποίο, ως γνωστό, σε πολλές περιπτώσεις συνήθιζε να κάνει στρέφοντας τον λόγο στο αντίθετο, αυτό το κάνει και εδώ, και αποδεικνύει ότι το δικαίωμα να κάνει κανείς κάτι, όχι μόνο δεν συμφέρει, αλλά ούτε καν δικαίωμα είναι, αλλά δουλεία. Και κατά πρώτον μεν τους αποτρέπει χρησιμοποιώντας το επιχείρημα ότι είναι ασύμφορο και λέγοντας: «δεν συμφέρει»· δεύτερον χρησιμοποιεί και το εκ του αντιθέτου επιχείρημα λέγοντας ότι «εγώ δεν θα εξουσιαστώ από τίποτε».

Αυτό λοιπόν που εννοεί είναι το εξής: «Έχεις δικαίωμα να φας», λέει· «μένε λοιπόν κύριος του φαγητού και πρόσεχε μήπως γίνεις δούλος αυτού του πάθους. Εκείνος δηλαδή που κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος όπως πρέπει, είναι κύριός του· εκείνος όμως που προχωρεί σε άμετρη χρήση δεν είναι πλέον κύριος, αλλά γίνεται δούλος του, εφόσον μέσα του είναι τυραννικός δυνάστης η λαιμαργία». Είδες πώς απέδειξε ότι βρίσκεται υπό την εξουσία άλλου αυτός, ο οποίος νόμιζε ότι ασκεί εξουσία; Αυτό δηλαδή συνήθιζε να κάνει ο Παύλος, όπως είπα και προηγουμένως, στρέφοντας το θέμα στο αντίθετο, πράγμα το οποίο έχει κάνει και εδώ. Και πρόσεξε. Κάθε ένας από εκείνους έλεγε: «Έχω δικαίωμα να χαίρομαι τις απολαύσεις»· ο Παύλος λέει ότι «Δεν το κάνεις σαν να έχεις εξουσία επί των απολαύσεων, αλλά σαν να βρίσκεσαι εσύ ο ίδιος υπό την εξουσία τους· εφόσον δηλαδή είσαι άσωτος, δεν εξουσιάζεις την κοιλία σου, αλλά αυτή σε εξουσιάζει». Αυτό είναι δυνατό να το πει κανείς και για τα χρήματα και για τα άλλα πάθη.

Ομιλία εις την Κυριακήν του Ασώτου Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς

 



Ιδού ευαγγέλιο που αφορά στο νού και το σώμα του καθενός μας. Είναι το ευαγγέλιο της ευσπλαχνίας. Είναι η θαυμαστή παραβολή του Σωτήρος, στην οποία απεικονίζεται ολόκληρη η ζωή μας. Η δική μου, η δική σου, του καθενός ανθρωπίνου όντος επάνω στην γη. Όλους τους αφορά το σημερινό άγιο Ευαγγέλιο. Όλους.


Ο άνθρωπος! Αυτός ο θεϊκός πλούτος επάνω στην γη! Κύτταξε το σώμα του, το μάτι, το αυτί, την γλώσσα. Τι θαυμαστός πλούτος. Το μάτι! Υπάρχει τίποτε πιο τέλειο που να ημπορή ο άνθρωπος να επινοήση σ’ αυτόν τον κόσμο; Κι όμως, το μάτι αυτό το εδημιούργησε ο Κύριος, όπως και την ψυχή και το σώμα. Η ψυχή μάλιστα είναι ολόκληρη εξ ουρανού. Οποίος πλούτος! Το σώμα! Θαυμαστός θείος πλούτος που σου δόθηκε για την αιωνιότητα και όχι μόνο για την πρόσκαιρη αυτή γήινη ζωή. Και ψυχή δοσμένη για την αιωνιότητα.


Ακούσατε τι ευαγγελίζεται ο Άγιος Απόστολος Παύλος σήμερα. «Το δε σώμα τω Κυρίω» (Α΄ Κορ. 6, 13). Ο Κύριος έπλασε το ανθρώπινο σώμα για την αιώνια ζωή, για την αθανασία, για την καθαρότητα. Το έπλασε για την αιώνια αλήθεια, για την αιώνια δικαιοσύνη και για την αιώνια αγάπη: όπως το σώμα, έτσι και την ψυχή. Όλα αυτά είναι δώρα του Θεού, ανεκδιήγητα και μεγάλα και πλούσια, και –το πιο σπουδαίο– αθάνατα και αιώνια δώρα του Θεού.


Εμείς όμως οι άνθρωποι τι κάνομε μ’ όλα αυτά τα δώρα; Τι οικοδομούμε με αυτά; Παραδίδουμε το σώμα στις ηδονές και στα πάθη αυτού του κόσμου, και την ψυχή στους ακαθάρτους λογισμούς, τις ακάθαρτες επιθυμίες, τις ακάθαρτες ηδονές. Δια των αμαρτιών και η ψυχή και το σώμα απομακρύνονται από τον Θεό, φεύγουν από το Θεό, φεύγουν «εις χώραν μακράν». Τίνος είναι αυτή η «μακρυνή χώρα;»

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2024

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 24 Φεβρουαρίου 2024 Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου Λουκᾶ ιη΄ 10-14

 



Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολὴν ταύτην· Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. Ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανόν ἐπᾶραι, ἀλλ' ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.
   

Ταπείνωση! Φωτίζεις ὅλες τὶς ἀρετές!


Συναμαρτωλοί νὰ συμβαδίσουμε...

Ὁμιλία π. Ἀθανασίου Χατζῆ

080217

Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου- Φαρισαῖοι, ταπεινωθῆτε (+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)

 


Ἐάν, ἀγαπητοί μου, ῥίξουμε μιὰ ματιὰ γύρω στὴ φύσι, θὰ δοῦμε κάτι ἐκπληκτικό·ὅτι ὅλα τὰ δημιουργήματα προσεύχονται, καθένα μὲ τὸν τρόπο του. Ἡ θάλασσα εὐχαριστεῖ τὸ Θεὸ μὲ τὸ φλοῖσβο τῶν κυμάτων της, τὸ ῥυάκι μὲ τὸ κελάρυσμά του, τὰ δέντρα μὲ τὸ θρόισμα τῶν φύλλων τους, τὰ πουλιὰ μὲ τὴ μελῳδία τους, τὰ ἄστρα μὲ τὸ φῶς τους ποὺ τρεμοσβήνει… Εἴδατε καὶ τὴν ὄρνιθα ὅταν πίνῃ νερό; σὲ κάθε γουλιὰ σηκώνει τὸ κεφάλι ψηλά, σὰ νὰ λέῃ «Θεέ μου, σ᾿ εὐχαριστῶ».

Ἀπὸ τὸ ἱερὸ αὐτὸ προσκλητήριο μποροῦσε ν᾿ ἀπουσιάζῃ ὁ ἄνθρωπος; Καὶ ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται . Ἀπὸ τὰ παιδικά μας χρόνια ἡ καλὴ μητέρα μᾶς ἔμαθε νὰ σταυρώνουμε τὰ χεράκια μπροστὰ στὸ εἰκόνισμα τῆς Παναγιᾶς καὶ νὰ ψελλίζουμε μιὰ ἁπλῆ προσευχὴ στὸν οὐράνιο Πατέρα – ἀλησμόνητες στιγμές. Ἀργότερα μάθαμε κοντὰ στ᾿ ἄλλα παιδιὰ νὰ ἀπαγγέλλουμε στὴν ἐκκλησία τὸ «Πάτερ ἡμῶν» καὶ τὸ «Πιστεύω» καὶ μαζὶ μὲ ὅλο τὸ ἐκκλησίασμα νὰ παρακαλοῦμε τὸν Κύριό μας.

Ἡ εὐγενέστερη ἐκδήλωσι τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς εἶνε ἡ ὥρα τῆς

Κυριακή Τελώνου καί Φαρισαίου

 

 





...μας χρειάζεται ταπείνωση...μας χρειάζεται μετάνοια...
και συγχώρηση μεταξύ μας.
 Μη κρατάς μίσος. 
Μην κρατάς αντιπάθεια. 
Μην έχεις ψυχρότητα....


Ο Θεός δεν αναγνωρίζει τους φίλους Του από τα λόγια τους, αλλ’ από τις καρδιές τους(Τελώνου και Φαρισαίου)

 


[....]Αυτό θέλει να πει όταν κομπάζει πως νηστεύει δυο φορές την εβδομάδα και δίνει το δέκατο απ’ όλα όσα κερδίζει.

Πόσο εύκολο τρόπο διάλεξε για να σωθεί ο Φαρισαίος! Ευκολότερο κι από τον πιο εύκολο τρόπο που οδηγεί στην καταστροφή! Απ’ όλες τις εντολές που έδωσε ο Θεός στους ανθρώπους, μέσω του Μωυσή, αυτός διάλεξε τις δυο ευκολότερες. Στην πραγματικότητα όμως δεν τηρεί καμιά. Ο Θεός δεν έδωσε τις δυο αυτές εντολές επειδή ο ίδιος είχε ανάγκη να νηστεύουν και να δίνουν το δέκατο της περιουσίας τους οι άνθρωποι. Αυτό είναι το μόνο που δε χρειάζεται ο Θεός. Δεν έδωσε τις εντολές αυτές στους ανθρώπους σαν αυτοσκοπό, αλλά – όπως και τις άλλες εντολές- για να καρποφορήσουν στην ταπείνωση, στην υπακοή στο Θεό, στην αγάπη για Εκείνον και για τον άνθρωπο.

Με λίγα λόγια, τις εντολές ο Θεός τις έδωσε για να διεγείρουν, να μαλακώσουν και να φωτίσουν τις καρδιές των ανθρώπων. Ο Φαρισαίος τηρούσε τις εντολές χωρίς σκοπό. Νήστευε κι έδινε το δέκατο της περιουσίας του αλλά μισούσε τους άλλους, τους περιφρονούσε, στάθηκε με αλαζονεία μπροστά στο Θεό. Παρέμεινε ένα άκαρπο δέντρο. Ο καρπός δεν έγκειται στη νηστεία, αλλά στην καρδιά. Ο

Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)


 

 

 Ένας άνθρωπος βάδιζε στο δάσος. Ήθελε να διαλέξει ένα καλό δέντρο, απ’ όπου θα έβγαζε δοκάρια για τη σκεπή του σπιτιού του. Εκεί είδε δύο δέντρα, το ένα δίπλα στο άλλο. Το ένα ήταν ίσιο, λείο και ψηλό, αλλά το εσωτερικό του, ο πυρήνας του, ήταν σάπιο. Το άλλο είχε ανώμαλη επιφάνεια κι ο κορμός του έδειχνε άσχημος. Το εσωτερικό του όμως ήταν γερό. Ο άνθρωπος αναστέναξε και είπε: «Σε τι μπορεί να μου χρησιμέψει το ψηλό και ίσιο αυτό δέντρο, αφού το μέσα του είναι σάπιο κι ακατάλληλο για δοκάρια; Το άλλο μοιάζει ανώμαλο, άσχημο, αλλά τουλάχιστο το μέσα του είναι γερό. Έτσι, αν καταβάλω λίγο μεγαλύτερη προσπάθεια, μπορώ να το διαμορφώσω και να το χρησιμοποιήσω για δοκάρια στο σπίτι μου». Και χωρίς να το σκεφτεί περισσότερο, διάλεξε το δέντρο εκείνο, το γερό. Το ίδιο θα κάνει κι ο Θεός για να ξεχωρίσει δύο ανθρώπους που βρίσκονται μέσα στο ναό Του. Δε θα διαλέξει εκείνον που φαίνεται επιφανειακά δίκαιος, αλλά τον άλλον, εκείνον που η καρδιά του είναι γεμάτη με την αληθινή δικαιοσύνη του Θεού.

Οι υπερήφανοι έχουν τα μάτια τους διαρκώς υψωμένα προς το Θεό. Οι καρδιές τους όμως είναι κολλημένες στη γη. Αυτοί δεν ευαρεστούν στο Θεό. Ευάρεστοι στο Θεό είναι οι ταπεινοί άνθρωποι, οι πράοι, που έχουν τα μάτια τους χαμηλωμένα στη γη, μα οι καρδιές τους είναι γεμάτες ουρανό. Ο Δημιουργός προτιμά τους ανθρώπους που ομολογούν στο Θεό τις αμαρτίες τους, όχι τα καλά τους έργα.

Ο Θεός είναι γιατρός. Πλησιάζει στο κρεβάτι όπου κείτεται ο καθένας μας και ρωτάει: «Που πονάς;» Ο άνθρωπος

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

σταλαγματιες απο την παραδοση

αποψεις...