“῝Ο ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς, ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς·”
Τό κύριο εὐαγγέλιο καί ἡ σκέψη καί ἡ ἀλήθεια· ὁ Θεός Λόγος ἐνσαρκώθηκε, ὥστε κι ἐμεῖς νά συσσαρκωθοῦμε μαζί Του· Αὐτός ἔγινε ἄνθρωπος, ὥστε νά μᾶς θεώσει· Αὐτός -Ζωή αἰώνια- ἐμφανίστηκε στή γῆ, ὥστε νά ἔχουμε κοινωνία μαζί Του, ζώντας μαζί Του. «Περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς» εἶναι τό θέμα αὐτοῦ τοῦ Εὐαγγελίου. Λές καί θέλει ὁ ἅγιος Θεολόγος νά μᾶς δώσει νέα ἐξήγηση τῆς κύριας χαρμόσυνης ἀγγελίας τοῦ Εὐαγγελίου του· «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο» (᾿Ιωάν. α´, 14).
῾Ο Θεός Λόγος, πού εἶναι Αἰώνια Ζωή, πέρασε σέ μᾶς· «ὃ ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς» δηλαδή τό Αἰώνιο κατέβηκε στή γῆ, ἔγινε σάρκα, ἔγινε ἡ δική μας γήινη πραγματικότητα, ἔγινε προσιτό στά αἰσθητήριά μας, στή γνώση μας καί στίς αἰσθήσεις μας· κι αὐτό εἶναι «ὃ ἀκηκόαμεν»· ἀκούσαμε τό εὐαγγέλιο τοῦ Θεοῦ Λόγου· εἶναι ἐκεῖνο «ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν»· εἴδαμε Θεό σέ σῶμα, Θεό στόν κόσμο, τόν Θεό ἀνάμεσά μας· εἶναι ἐκεῖνο «ὃ ἐθεασάμεθα»· ἔχουμε δεῖ, ἔχουμε παρατηρήσει τόν Θεό στόν ἄνθρωπο· εἶναι ἐκεῖνο πού «αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν»· ἄγγιξαν τό σῶμα τοῦ Θεοῦ Λόγου, τόσο πρίν ἀπό τόν σταυρικό του θάνατο, ὅσο καί μετά τήν ἀνάστασή του ἀπό τούς νεκρούς. «᾿Ακούσαμε, εἴδαμε, παρατηρήσαμε, ψηλαφήσαμε» -τό Λόγο τῆς ζωῆς, τό Θεό τῆς ζωῆς. ῾Ο Θεός Λόγος ἔγινε ἡ δική μας πιό προσιτή πραγματικότητα· κι ἐμεῖς αὐτό τό ἐπαληθεύουμε μέ τόν πιό ὀφθαλμοφανῆ, τόν πλέον πειραματικό τρόπο.
῾Η μέθοδος εἶναι καθαρά πειραματική, δοκιμαστική.
«῾Ο Λόγος τῆς ζωῆς» εἶναι στήν πραγματικότητα ἡ Λογική τῆς ζωῆς, ἡ Σοφία τῆς ζωῆς, ἡ Λέξη τῆς ζωῆς. ῞Εως Αὐτόν -ἡ ζωή ἦταν ἄλογος, ἀνόητη· ἕως Αὐτόν- ἡ ζωή ἦταν ἀ-λογική, καί γι’ αὐτό μή λογική, σ’ αὐτήν δέν ὑπῆρχε κάποια στοιχειώδης λογική, ὅλα -χάος, τά πάντα- «πανηγύρι μάταιο»· ἕως Αὐτόν -Λόγο τῆς ζωῆς- ἡ ζωή ἦταν ἄλαλη καί ἄφωνη, δέν ἤξερε νά μιλᾶ, νά πεῖ, νά ἐκφράσει, νά ἐκφέρει τόν ἑαυτόν της, τό μυστήριό της, τό βάσανό της, τόν πόνο της, τή χαρά της. Μέ Αὐτόν, ἡ ζωή τά προσλαμβάνει ὅλα αὐτά· ἡ ζωή ἄρχισε νά μιλᾶ, ἐφόσον ἐλλογοποιήθηκε· ἡ ζωή πῆρε νόημα, ἐφόσον ἐλλογοποιήθηκε· ἡ ζωή ἔγινε σοφή, ἐφόσον ἐλλογοποιήθηκε. ᾿Ενῶ ἡ ζωή εἶχε γίνει ἄλογος, μή λογική -χωρίς νόημα, χωρίς στόχο, ἀνόητη- μέ τήν ἁμαρτία καί λόγῳ τῆς ἁμαρτίας.