Πίστευε, ἀγάπα, συγχώρα καί προχώρα στή ζωή σου..... .

Παρασκευή 15 Αυγούστου 2025

Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε· μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 

Όχι λόγια.Να ζούμε την πίστη. Ζούμε γιατί πιστεύουμε και πιστεύουμε για να ζήσουμε

 

Ιερά Μονή Παναγίας Δουραχάνης
Ομιλία ♱π. Αθανασίου Χατζή
Δεκαπενταύγουστος 080815





Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου

 


Άρθρο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εφημερίς» στις 15 Αυγούστου 1887.


Μία των γλυκυτέρων και συμπαθεστέρων εορτών του χριστιανικού κόσμου είναι και η Κοίμησις της υπεραγίας Θεοτόκου, ην σήμερον εορτάζει η Εκκλησία. Ευθύς από των πρώτων μ.Χ. αιώνων, έξοχος υπήρξεν η τιμή και ευλάβεια, ην απένεμον οι χριστιανοί προς την Παρθένον Μαρίαν. Αλλ’ η σημερινή εορτή είναι η κατ’ εξοχήν μνήμη της Θεοτόκου, άτε την Κοίμησιν αυτής υπόθεσιν έχουσα.

Η Κοίμησις αύτη συνέβη, κατά την ευσεβή παράδοσιν, τη 15 Αυγούστου, αλλά προϊόντος του χρόνου, συν τη καλλιεργεία και αναπτύξει του χριστιανικού πνεύματος, ετάχθη η προηγουμένη της ημέρας ταύτης δεκατετραήμερος εγκράτεια, προς τιμήν της υπεράγνου Θεομήτορος και αυτή γινομένη. Αγομένης της νηστείας ταύτης, ψάλλονται εν τοις ιεροίς ναοίς εναλλάξ καθ’ εκάστην, οι δύο μελωδικώτατοι Παρακλητικοί Κανόνες, η Μεγάλη λεγομένη παράκλησις και η Μικρά. Και αύτη μεν επιγράφεται «ποίημα Θεοστηρίκτου μοναχού, η Θεοφάνους», και πιθανώτατον, ότι είναι του Θεοφάνους μάλλον, διότι πράγματι φαίνεται έργον δοκιμωτάτου ποιητού, η δε Μεγάλη παράκλησις είναι ποίημα του βασιλέως Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως. Εξόριστος από της βασιλευούσης, αλωθείσης υπό των Λατίνων, ο ατυχής εκείνος βασιλεύς, ευγλώττως εκχέει τα παράπονά του προς την μόνην πολιούχον αυτής και προστάτιδα: «Προς τίνα καταφύγω άλλην Αγνή; που προστρέξω λοιπόν και σωθήσομαι; Που πορευθώ;. . . Εις σε μόνην ελπίζω, εις σε μόνην καυχώμαι, και επί σε θαρρών κατέφυγον».

Περί το τέλος του Μεγάλου Παρακλητικού κανόνος ψάλλονται και τα κατανυκτικώτατα εκείνα εξαποστειλάρια. Το πρώτον, ως εκ μέρους της Θεοτόκου, αρχαιοπρεπές και απέριττον, έχει ώδε: «Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατέ μου το σώμα, και συ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα». Το τρίτον, ικεσία εκ μέρους των πιστών, είναι περιπαθέστατον: «Και σε μεσίτριαν έχω, προς τον φιλάνθρωπον Θεόν,

Ἡ εὐλάβεια πρὸς τὴν Παναγία

 


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

– Πέστε μας, Γέροντα, κάτι γιὰ τὴν Παναγία.

– Τί νὰ σᾶς πῶ; Μὲ φέρνετε σὲ πολὺ δύσκολη θέση. Γιὰ νὰ μιλήση κανεὶς γιὰ τὴν Παναγία, πρέπει νὰ Τὴν ζήση.

– Γέροντα, καὶ τὸ ὄνομα τῆς Παναγίας ἔχει δύναμη πνευματική, ὅπως τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ;

– Ναί. Ὅποιος ἔχει πολλὴ εὐλάβεια στὴν Παναγία, ἀκούει τὸ ὄνομά Της καὶ ἀλλοιώνεται. Ἤ, ἂν τὸ βρῆ κάπου γραμμένο, τὸ ἀσπάζεται μὲ εὐλάβεια καὶ σκιρτάει ἡ καρδιά του. Μπορεῖ νὰ κάνη ὁλόκληρη Ἀκολουθία μὲ ἕναν συνεχῆ ἀσπασμὸ στὸ ὄνομα τῆς Παναγίας. Καὶ ὅταν προσκυνᾶ τὴν εἰκόνα Της, δὲν ἔχει τὴν αἴσθηση ὅτι εἶναι εἰκόνα, ἀλλὰ

Τήν ζωήν ἡ κυήσασα πρός ζωήν μεταβέβηκας

 

«Τήν ζωήν ἡ κυήσασα πρός ζωήν μεταβέβηκας, τῇ σεπτῇ Κοιμήσει σου τήν ἀθάνατον, δορυφορούντων Ἀγγέλων σοι, Ἀρχῶν καί Δυνάμεων, Ἀποστόλων, Προφητῶν καί ἁπάσης τῆς κτίσεως, δεχομένου τε ἀκηράτοις παλάμαις τοῦ Υἱοῦ σου, τήν ἀμώμητον ψυχήν σου, Παρθενομῆτορ Θεόνυμφε» 
(Στιχηρό τῶν Αἴνων τοῦ Ὅρθρου τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου)

«Εσύ που κυοφόρησες την Ζωή των Απάντων (τον Χριστό), έκανες την μετάβαση προς την αθάνατη ζωή, ενώ γύρω γύρω σου βρίσκονταν ως δορυφόροι σου οι Άγγελοι, οι Αρχές, οι Δυνάμεις, οι Απόστολοι, οι Προφήτες και όλη ανεξαιρέτως η κτίση, και δεχόταν στις αθάνατες παλάμες του την ακηλίδωτη ψυχή σου ο Υιός σου, Μητέρα και Παρθένε, Νύμφη του Θεού»

«Όταν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός θέλησε να παραλάβει προς Αυτόν την Μητέρα Του, απέστειλε έναν άγγελο, τρεις ημέρες πριν, για να της αναγγείλει την είδηση. Η Παναγία, ακούγοντας το νέο, μετέβη στο όρος των Ελαιών, όπως συνήθιζε, για να προσευχηθεί. Τα δέντρα τότε έκλιναν τα κλαδιά τους, προσκυνώντας και αποδίδοντας σέβας και τιμή στην Κυρία του κόσμου, σαν δούλοι που διέθεταν λογικό. Η Παναγία επέστρεψε, κατόπιν, στο σπίτι της. Ετοίμασε το νεκρικό κρεβάτι της. Φώναξε τις γειτόνισσες και έδωσε σε αυτές ένα κλαδί φοινικιάς, σύμβολο νίκης και αφθαρσίας, που της είχε παραδώσει ο άγγελος. Έδωσε ακόμη παραγγελία να δώσουν τα δύο φορέματά της σε δύο φτωχές χήρες, που ήταν συντρόφισσες και φίλες της. Μία βροντή ακούστηκε και πάνω στα σύννεφα ήρθαν στο σπίτι οι δώδεκα Απόστολοι από τα πέρατα της γης. Μαζί τους και οι άγιοι Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο άγιος Ιερόθεος και ο απόστολος Τιμόθεος. Όλοι ήταν λυπημένοι, αλλά η Παναγία τους παρηγόρησε. Ήρθε εκείνη τη στιγμή και ο απόστολος Παύλος και προσκύνησε την Παναγία παίρνοντας την ευχή της. Η Παναγία τους αποχαιρέτησε και προσευχόμενη έφυγε από αυτόν τον κόσμο χωρίς πόνους και λύπες, όπως ανώδυνος ήταν και ο τοκετός της.

Ο απόστολος Πέτρος

Η συνάντηση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου με την Παναγία

 




Ο Άγιος Διονύσιος ο αρεοπαγίτης , βαπτίσθηκε Χριστιανός  με την οικογένειά του κατά το έτος 52 μ.Χ.  Τρία χρόνια αργότερα ,  αφού έμαθε ότι ζει στα Ιεροσόλυμα η Μήτηρ Του Κυρίου ,  λαχτάρισε να τη δεί .

Πήγε λοιπόν στα Ιεροσόλυμα και  τον οδήγησαν στο σπίτι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου όπου ζούσε   η Υπεραγία Θεοτόκος  μετά τη Σταύρωση Του Χριστού .

Γράφει σχετικά με την επίσκεψη αυτή σε μίαν επιστολή του προς τον Απόστολο Παύλο:

<< Δεν πίστευα- το ομολογώ ενώπιον του Κυρίου, ω θαυμαστέ οδηγέ και  ποιμένα μας – ότι εκτός από τον ύψιστο Θεό ήταν δυνατό να υπάρχει οποιοδήποτε πρόσωπο που να είναι γεμάτο από θεία δύναμη και θεία χάρη.

Όμως , κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί αυτό που είδα και κατάλαβα όχι μόνο με τα ψυχικά μου μάτια αλλά και με τα σωματικά .

Είδα λοιπόν, με τα μάτια μου τη Θεόμορφη και Αγιότερη απ΄όλα τα ουράνια  πνεύματα Μητέρα Του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Ήταν ένα δώρο της χάριτος Του Θεού, της συγκαταβατικότητας του κορυφαίου αποστόλου Ιωάννου, καθώς και της απέραντης καλοσύνης, ευσπλαχνίας και ευμένειας της ίδιας της Παρθένου.

Ομολογώ ξανά και ξανά μπροστά στον παντοδύναμο Θεό,

Ἡ μητέρα τῆς Ζωῆς

 




π . Δ η μ η τ ρ ί ο υ Μ π ό κ ο υ
 
Θεωροῦμε τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ὡς «τελευταῖον οὖσαν ἐπ’ αὐτῇ μυστήριον». Ὅλα τὰ γεγονότα ποὺ λαμβάνουν χώρα στὴ μοναδικὴ ζωὴ τῆς Παναγίας, ὑπῆρξαν μυστήρια ἀνερμήνευτα καὶ ὑπέρλογα.

Γεννᾶται μὲ τρόπο θαυμαστό, προσφέρεται νήπιο στὸν Ναό, τρέφεται ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ ἀρχαγγέλου. Ὑπηρετεῖ τὸ ὕψιστο μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας μὲ τὴ συναίνεσή της νὰ σαρκωθεῖ μέσα της ὁ ἴδιος ὁ Θεός.
Ἀκολουθεῖ τὸν Υἱό της ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὣς τὸ τέλος τοῦ σωτηρίου ἔργου του, μέχρι τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση. Καὶ μὲ τρόπο ἀληθινὰ μεγαλειώδη διέρχεται τὴ φάση τοῦ θανάτου.

Καὶ ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι μόνο ἀπ’ τὴ μεριὰ τοῦ Θεοῦ μυστήρια,
ἐπειδὴ ἀποτελοῦν δηλαδὴ θαυμαστὲς καὶ ὑπερφυεῖς ἐνέργειές του.

Ἀποτελοῦν καὶ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς Παρθένου μυστήρια. Εἶναι μυστήρια τῆς τελειότερης προσφορᾶς, ἀγάπης, ὑπακοῆς, ἐλευθερίας, ταπεινοφροσύνης, ἀφοσίωσης καὶ ἐμπιστοσύνης πρὸς τὸν Θεό. Καὶ ὅπως σὲ ὅλα τὰ ἄλλα, ἔτσι καὶ στὸν καιρὸ τῆς ἐκδημίας της ἡ Παναγία ἔδειξε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Καὶ παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή της στὸν Υἱό της, τὸ δὲ σῶμα στοὺς ἀποστόλους γιὰ νὰ ταφεῖ.
Ἂν καὶ ἀναδείχθηκε Μητέρα τῆς Ζωῆς, ὅμως, ἀπόγονος οὖσα τοῦ Ἀδάμ, ὑποκύπτει καὶ αὐτὴ στὸν θάνατο. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ θὰ γεννηθεῖ καὶ θὰ ζήσει χωρὶς νὰ περάσει καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο. Καὶ ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Υἱός της, χωρὶς καθόλου νὰ εἶναι ἀναγκασμένος, «ταφὴν ὑπέστη ἑκουσίως ὡς θνητός, πῶς τὴν ταφὴν ἀρνήσεται ἡ ἀπειρογάμως κυήσασα;» (ὠδὴ δ ́). Ἡ Μητέρα του τὸν μιμεῖται καὶ τὸν ἀκολουθεῖ καὶ σ’ αὐτό. «Τὸν ἴσον ἡμῖν ἐκπεπλήρωκε νόμον τῆς φύσεως, εἰ καὶ μὴ καθ’ ἡμᾶς ἴσως, ἀλλ’ ὑπὲρ ἡμᾶς». Ἐκπληρώνει τὸν κοινὸ νόμο τῆς φύσεως, ἀλλὰ καὶ πάλι ὄχι μὲ τὸν κοινὸ δικό μας τρόπο, ἀλλὰ μὲ τρόπο πάνω ἀπὸ μᾶς (ἅγ. Ἀνδρέας Κρήτης).
Ἔτσι τὸ πανάγιο σῶμα, ποὺ δέχθηκε μέσα του τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ

Έλα ρε μάνα τώρα, που νηστεύουν τα σπουργίτια τον Δεκαπευνταύγουστο ...

 


...Κι όμως..
Ήταν ένα ζεστό καλοκαιριάτικο μεσημέρι του Ιούνη του 2019 . Είπα να πάω να δω λίγο τη μάνα μου.
Την είδα να κρατά ένα δισκάκι με δυο φέτες βρεγμένο ψωμί. Προχωρούσε αργά με μικρά βήματα στην αυλή του σπιτιού μας . Απίθωσε με τρεμάμενα χέρια το ψωμί στον φούρνο.
Μα τι έκανε ;

Απρόσμενα ένα σμήνος σπουργίτια κατέβηκαν από το πουθενά κι άρχισαν χαρούμενα να τσιμπολογούν τα βρεγμένα ψιχουλάκια . Τραγουδούσαν , πετάριζαν με τα μικρά τους φτεράκια, χοροπηδούσαν εδώ κι εκεί .
Ήταν ένα πανέμορφο θέαμα . Φιλονικούσαν , σπρώχνονταν να χωρέσουν στη στέγη του φούρνου , κελαηδούσαν μες την τρελή χαρά.
Ήταν τρισευτυχισμένα .

-Τα καημένα σχολίασε η γριά μάνα μου .
Εδώ και χρόνια , τα ταΐζω κάθε μεσημέρι .
Πεινούν κι αυτά .
Δεν βρίσκουν εύκολα φαγητό.
Κοίταξέ τα για λίγα ψίχουλα πόση χαρά νιώθουν, άκου τι ωραία κελαηδούν , ευχαριστούν τον Θεό για το λιγοστό ψωμάκι , δοξολογούν τον Πλάστη τους …

Έμεινα άφωνη να τα κοιτάζω .
Την μάνα μου την καλόψυχη , την σπλαχνική , που συμπόνεσε ακόμη και τα σπουργίτια.
Εγώ δεν σκέφτηκα ποτέ

Σάββατο 9 Αυγούστου 2025

Πού είναι η πίστη σου; Ζωντανοί στην πίστη, έμπρακτοι στην αγάπη...

 

 


Ιερά Μονή Παναγίας Δουραχάνης
Ομιλία ♰π. Αθανασίου Χατζή


Διδαχή την Θ’ Κυριακή του Ματθαίου για τη βοήθεια του Θεού στον άνθρωπο που θλίβεται (Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)

 


Ο ΑΓΙΟΣ απόστολος Πέτρος, όπως ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο, όταν είδε κάποτε τον Κύριο να βαδίζει πάνω στην τρικυμισμένη θάλασσα, Του είπε: «Δώσε μου εντολή να έρθω κοντά Σου περπατώντας πάνω στα νερά». Και παίρνοντας την εντολή από τον παντοδύναμο Κύριο, κατέβηκε από το καΐκι, όπου βρισκόταν, και άρχισε να βαδίζει πάνω στα νερά, τα οποία ήταν σαν να είχαν στερεοποιηθεί κάτω από τα πόδια του. Όσο πίστευε ο Πέτρος στην εντολή του Κυρίου, όσο ήταν προσηλωμένος με τον νου και την καρδιά του σ’ αυτή την εντολή, βάδιζε πάνω στο υγρό στοιχείο όπως στη στεριά. Αλλά ο άνεμος ήταν πολύ δυνατός και τα κύματα σηκώνονταν ψηλά. Ο Πέτρος, στρέφοντας την προσοχή του σ’ αυτά, άφησε να εισχωρήσει μέσα του κάποιος φόβος, φόβος που από έναν επιφανειακό κριτή θα χαρακτηριζόταν φυσικός και εύλογος. Τότε, όμως, άρχισε να βουλιάζει. «Κύριε, σώσε με!», κραύγασε στον Χριστό. Κι Εκείνος, απλώνοντάς του το χέρι, τον έσωσε από τον πνιγμό, λέγοντας: «Ολιγόπιστε, γιατί σε κυρίεψε ή αμφιβολία;».
 Όλοι μας βαδίζουμε πάνω στα άστατα κύματα της θάλασσας του βίου, που σείεται και αναταράζεται από τις τόσες συμφορές και δυσκολίες· όλοι μας βαδίζουμε πάνω σ’ αυτά τα κύματα και κατευθυνόμαστε προς τις πύλες του θανάτου, για να κριθούμε από τον Θεό. Πόσο επισφαλής είναι κάτω από τα πόδια μας η θάλασσα του βίου! Δεν μπορούμε
να μάθουμε τι θα μας συμβεί την κάθε στιγμή. Οι πιο μεγάλες αλλαγές στη ζωή μας γίνονται απροσδόκητα, αιφνιδιαστικά. Ακόμα κι ο θάνατος μας κρυφοζυγώνει σαν κλέφτης, μας κρυφοζυγώνει όπως όλες σχεδόν οι συμφορές.


Δέρνεται η θάλασσα από ισχυρούς ανέμους, που σηκώνονται από διάφορες μεριές για ανεξιχνίαστη αιτία. Και του βίου μας η θάλασσα δέχεται διάφορες επιθέσεις από τα πονηρά πνεύματα και από τους ανθρώπους που έχουν γίνει όργανά τους. Παθαίνουμε ποικίλες συμφορές από αναπάντεχα περιστατικά, από τη μυστηριώδη πορεία των πραγμάτων. Είναι αδύνατο να προβλέπουμε και να προγνωρίζουμε τι θα επινοήσει η μοχθηρία, τι θ’ αποτελέσει αφορμή ή μέσο κάποιου κακού, από πού θα έρθει ένας πειρασμός. Και όλα αυτά είναι μεν αδύνατο να τα προβλέπουμε, τις περισσότερες φορές, όμως, είναι αδύνατο και να τα αποτρέπουμε.

Υπάρχει άλλη μια θάλασσα, θάλασσα αόρατη, κάτω από τα νοερά βήματά μας. Η θάλασσα αυτή δέρνεται και αναταράζεται από άλλους ανέμους. Είναι η καρδιά μας, όπου συσσωρεύονται ποικίλα αισθήματα. Τα αισθήματα του πεσμένου ανθρώπου είναι μολυσμένα από την αμαρτία και γι’ αυτό συνήθως δεν είναι σωστά. Ο «παλαιός άνθρωπος», που δεν έχει ανακαινιστεί από τη θεία χάρη, σπάνια μπορεί να ενεργήσει σύμφωνα με τις ευαγγελικές εντολές, και τότε με την άσκηση πολλής βίας στον εαυτό του και με τρόπο ατελή. Τα μολυσμένα από την αμαρτία αισθήματα ενεργούν άλλοτε περιορισμένα και άλλοτε απεριόριστα. Όταν ενεργούν περιορισμένα, είναι μεν σφραγισμένα από κάποιαν εμπάθεια, αλλά δεν εκδηλώνονται πλήρως τα αντίστοιχα πάθη. Όταν, όμως, ενεργούν απεριόριστα, τότε τα πάθη εκδηλώνονται πλήρως. Τα αισθήματά μας επηρεάζονται από τους λογισμούς, τους οποίους σπέρνουν στον νου μας τα πνεύματα της κακίας, οι εχθροί του ανθρωπίνου γένους. Άλλοτε μας κυριεύει η λύπη, άλλοτε μας ταράζει η οργή, άλλοτε μας παρασύρει η ηδυπάθεια, άλλοτε μας πλανά η κενοδοξία. Αυτός ο άνεμος των λογισμών συχνά είναι τόσο ισχυρός, που δεν βρίσκουμε τρόπο να του αντισταθούμε. Τα χάνουμε, παραλύουμε από την ακηδία, βυθιζόμαστε στην απόγνωση, αγγίζουμε τον όλεθρο.

Κυριακή Θ’ Ματθαίου: Η ολιγοπιστία του Πέτρου (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

 


(Ματθ. ιδ’ 22-34)

Ο Θεός μας είναι ο Νικητής. Όλες οι καλές νίκες, μόνιμες ή πρόσκαιρες, από την αρχή του χρόνου ως το τέλος της ιστορίας, ανήκουν σ’ Εκείνον. Είναι νικητής όταν αποκαθιστά την τάξη, μέσα στην αταξία που προκαλούν αμαρτωλοί άνθρωποι. Όταν οι χειρότεροι των ανθρώπων ανέρχονται στην πρώτη θέση και οι καλλίτεροι πέφτουν στην τελευταία, Εκείνος αναποδογυρίζει την αταξία και βάζει τον τελευταίο πρώτο και τον πρώτο τελευταίο. Νικά την κακία και τα τεχνάσματα των πονηρών πνευμάτων που μαίνονται εναντίον των ανθρώπων και τα διαλύει, όπως σκορπίζει ο ισχυρός άνεμος μια άσχημη δυσοσμία. Είναι νικητής σε κάθε έλλειψη: όπου υπάρχει λίγο, το αυξάνει· όπου δεν υπάρχει τίποτα, δίνει με αφθονία. Είναι νικητής στην αρρώστια και στα βάσανα. Λέει ένα μόνο λόγο κι η αρρώστια μαζί με τα βάσανα εξαφανίζονται. Οι τυφλοί βλέπουν, οι κουφοί ακούνε, οι άλαλοι μιλάνε, οι παράλυτοι σηκώνονται και περπατάνε, οι λεπροί καθαρίζονται. Είναι νικητής του θανάτου: διατάζει κι ο θάνατος ελευθερώνει το θύμα από τα σαγόνια του. Βασιλεύει στο βασίλειο των ουρανίων δυνάμεων – των αγγέλων και των αγίων – που δεν έχει τέλος. Ένα βα­σίλειο που αν συγκριθούν μαζί του τα βασίλεια αυτού του κόσμου είναι τόσο σκοτεινά και περιορισμένα, όσο ένας τάφος. Διατάζει τα στοιχεία και τα όντα αυτού του κόσμου και τίποτα δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στις εντολές Του, χωρίς τον κίνδυνο να διαλυθεί και ν’ αποσυντεθεί.

Η μια μέρα διαδέχεται την άλλη. Η μια νίκη ακο­λουθεί την άλλη. Η ιστορία αυτού του κόσμου είναι μια σειρά από νίκες του Θεού, είναι η αποκάλυψη της ακαταμάχητης θεϊκής δύναμης. Ο Θεός είναι ταπεινός σαν αρνί. Μπροστά Του όμως τρέμουν ο ουρανός και η γη. Όταν ο ίδιος το επιτρέπει να ταπεινώνεται, τότε αποκαλύπτεται περισσότερο δυναμικά και εμφατικά η μεγαλοσύνη Του. Όταν επιτρέπει να τον φτύνουν, τότε φανερώνει τη χυδαιότητα και την ιταμότητα των άλλων. Όταν παραδίδεται στη σφαγή, τότε η ζωή Του ακτινοβολεί.

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Θ΄ Ματθαίου (Ματθ. ιδ΄ 22-34)

 

 

 

ῶ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾿ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ ᾿Ιησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς λέγων· θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρός σε ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα. ὁ δὲ εἶπεν, ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν. βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. εὐθέως δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος· οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ. Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.

 

 

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2025

Οι ιππότες της τηγανητής πατάτας του Ευγένιου Τριβιζά

 Θεατρική παράσταση από τους μαθητές του Δημοτικού Σχολείου Δουραχάνης

Δουραχάνη, Ιούνιος 2025

 

 
 
 
 
.....
σας ευχαριστούμε για την τιμή που μας κάνατε να είστε σήμερα μαζί μας.

Ο Ευγένιος Τριβιζάς μας καλεί μαζί του στη χώρα της Ζέχνας μαζί με τους ιππότες της τηγανητής πατάτας. Η δυσωδία που αναδύεται από τις λίμνες με τα απόβλητα είναι ανυπόφορη. Η υγρασία και ο καπνός από τις εξατμίσεις των μηχανών κάνουν την ατμόσφαιρα αποπνικτική.

Παρόλα αυτά όλοι είναι ευχαριστημένοι. Τα ρομπότ που εδώ και 180 χρόνια έχουν την εξουσία, φροντίζουν για όλα. Οι ανάγκες των ανθρώπων καλύπτονται από σούπες με υγρά μπαταρίας και χαπάκια ευτυχίας. Και αφού τα ρομπότ αποφασίζουν ποιες είναι οι ανάγκες και πως αυτές θα καλυφθούν τα πάντα κυλούν με τάξη και ασφάλεια.

Τα σεμινάρια προσαρμογής και μετεκπαίδευσης έχουν αποδώσει.

Έτσι οι μισοί κάτοικοι έχουν συνθηκολογήσει βολεμένοι στην ανωνυμία, στην ασφάλεια του πλήθους και της εξουσίας. Οι άλλοι μισοί ζουν στην άγνοια.

Ώσπου αυτή η τάξη ταράσσεται. Ένας μάγειρας αρνείται να προσαρμοστεί και το σκάει από το άσυλο των απροσάρμοστων. Η ανάμνηση μιας τηγανητής πατάτας του παρελθόντος δρα καταλυτικά. Μπαίνει σε ένα διανυκτερεύον συνεργείο επισκευής ρομπότ. Εκεί η αντίσταση στον κόσμο της εξουσίας και των ρομπότ συναντάει την άγνοια. Οι προαιρέσεις δοκιμάζονται. Καινούριες λέξεις μπαίνουν στο παιχνίδι. Η αμφισβήτηση, η επιλογή, η απόφαση. Τα ερωτήματα τεράστια. Υπάρχουν ή δεν υπάρχουν πατάτες; Η εξουσία λέει ψέματα; Να ρισκάρω χάνοντας τη βόλεψή μου; Κι αν με κλείσουν στο άσυλο;

Έτσι ξεκινάει μια περιπέτεια, όπου με εύθυμο τρόπο ξετυλίγονται σκηνές που μοιάζουν βγαλμένες από τη δική μας ζωή και τα ερωτήματα που βασανίζουν το σύγχρονο άνθρωπο.

Και σήμερα βρισκόμαστε στο κατώφλι ενός ψηφιακού ολοκληρωτισμού. Και μεις κοιμόμαστε μέσα στη νύχτα της άγνοιας, της κατανάλωσης, της φιληδονίας.

Όπως λέει ένας σύγχρονος ιεράρχης ζούμε Σε καιρούς ψευδούς ελευθερίας και πνευματικής ραθυμίας.

Οι σπόροι της πλάνης και του πνευματικού ολοκληρωτισμού

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2025

Λάμψον καὶ ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς, τὸ φῶς σου τὸ ἀΐδιον

 

 
 
Ἦχος Βαρύς
Μετεμορφώθης ἐν τῷ ὄρει Χριστὲ ὁ Θεός,
δείξας τοῖς Μαθηταῖς σου τὴν δόξαν σου, καθὼς ἠδύναντο.
Λάμψον καὶ ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς, τὸ φῶς σου τὸ ἀΐδιον,
πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, φωτοδότα δόξα σοι.
 
 

Kατά την έκτην του Aυγούστου μηνός την ανάμνησιν της θείας Mεταμορφώσεως του Kυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Iησού Xριστού η Aγία του Θεού Eκκλησία περιχαρώς εορτάζει.

 

H δε αιτία της εορτής ταύτης είναι η εφεξής. O Δεσπότης ημών Xριστός πολλαίς φοραίς προείπεν εις τους Aγίους του μαθητάς διά τους κινδύνους και πάθη και θάνατον, οπού αυτός έμελλε να λάβη.
Oμοίως και διά τας σφαγάς και τον θάνατον των μαθητών του. Eπειδή δε οι μεν κίνδυνοι και τα δεινά ήτον πρόχειρα και εν τη παρούση ζωή, τα δε αγαθά, οπού έμελλον να λάβουν, ήτον μετά ταύτα και ελπιζόμενα, τούτου χάριν ηθέλησεν ο Kύριος να πληροφορήση τους μαθητάς του και με τους ιδίους των οφθαλμούς, τις, και ποταπή είναι η δόξα εκείνη, με την οποίαν μέλλει να έλθη εν τη κοινή αναστάσει, την οποίαν έχουν και αυτοί να απολαύσουν. Όθεν αναβιβάζει αυτούς επάνω εις όρος υψηλόν κατ’ ιδίαν, και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού έγιναν άσπρα ωσάν το φως. Eφάνη δε εις αυτούς ο Mωυσής και Ηλίας, συνομιλούντες με τον Xριστόν. Eπήρε δε τρεις μόνους Aποστόλους, ως

προκρίτους και υπερέχοντας. O μεν γαρ Πέτρος επροκρίθη, επειδή ηγάπα πολλά τον Xριστόν. O δε Iωάννης, επειδή ηγαπάτο από τον Xριστόν.
O δε Iάκωβος, επειδή εδύνετο να πίη το ποτήριον του θανάτου, το οποίον και ο Kύριος έπιεν. Έφερε δε εις το μέσον τους τον Mωυσήν και τον Ηλίαν, διά να διορθώση

ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 



 π. Δημητρίου Μπόκου
Η Μεταμόρφωση του Χριστού έχει σαν κυρίαρχο στοιχείο την πλούσια φωτοχυσία (βλ. και ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 433, Αύγ. 2019). Το πρόσωπο του Χριστού έλαμψε «ως ο ήλιος» και τα ενδύματά του έγιναν αστραφτερά και εντελώς λευκά «ως χιών» και «ως το φως».
Ταυτόχρονα το σύννεφο που σκέπασε τον Χριστό και τους δύο προφήτες, Μωυσή και Ηλία, ήταν φωτεινό. «Ιδού νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς».
Το φως αυτό δεν έχει καμμία σχέση με το φυσικό φως που γνωρίζουμε. Είναι υπερφυσική ενέργεια του Θεού, άκτιστη, όπως λέγεται στη γλώσσα της Εκκλησίας. Δηλαδή όχι κάτι κτιστό, δημιουργημένο, όπως το φως του ήλιου και κάθε άλλης φωτεινής πηγής, κάτι δηλαδή που δεν υπήρχε πρώτα και το δημιούργησε κάποια στιγμή ο Θεός. Το φως του Θεού είναι άμεση απόρροια από την απροσπέλαστη φύση-ουσία του. Είναι η Θεία Χάρη. Γι’ αυτό λέμε ότι ο Θεός κατοικεί μέσα σε «φως απρόσιτον» (Α΄ Τιμ. 6, 16). Ο Χριστός είναι «φως εκ φωτός». Μέσα από το φως του Χριστού που αποκαλύπτεται στο Θαβώρ, γνωρίζουμε ως φως ολόκληρη την Αγία Τριάδα. «Φως είδομεν τον Πατέρα, φως και το Άγιον Πνεύμα».
Και ενώ η φύση του Θεού είναι εντελώς αμέθεκτη

«Τίμα Τον Κύριον από των απαρχών των γεννημάτων σου»

 



Λίγο πριν πάμε να παραλάβουμε τα σταφύλια που θα ευλογηθούν αύριο στον ναό μας για τη μεγάλη δεσποτική εορτή της Μεταμορφώσεως Του Χριστού, σκέφτομαι πως υπάρχουν κάποιες στιγμές στον χρόνο που, όσο κι αν επαναλαμβάνονται, δεν χάνουν ποτέ τη σημασία τους. Και η ευλογία των σταφυλιών στη γιορτή της Μεταμορφώσεως είναι μία απ' αυτές. Δεν είναι κάτι φανταχτερό. Δεν έχει θόρυβο, δεν έχει εντυπωσιασμό. Έχει όμως σιωπή, τάξη και μυστήριο. Έχει το άγγιγμα Του Θεού πάνω στα πρώτα γεννήματα της γης.

Και επειδή από πολλούς τέτοιες μέρες μας τίθενται ερωτήματα για αυτές τις ευλογημένες συνήθειες, αισθάνθηκα την ανάγκη να δούμε τι σημαίνει να παίρνεις ένα τσαμπί σταφύλι και να το φέρνεις μπροστά στον Χριστό; Ποιο είναι το βάρος αυτής της απλής κίνησης, που γίνεται εδώ και αιώνες, σ' όλα τα μήκη και πλάτη της Ορθοδοξίας; Πότε ξεκίνησε; Ποιος τη δίδαξε; Και, κυρίως, ποια ψυχή την κράτησε ζωντανή;

Αν ανοίξει κανείς την Παλαιά Διαθήκη, θα δει πως ο Θεός ζητούσε πάντοτε τις «απαρχές», δηλαδή τους πρώτους καρπούς της γης. Το πρώτο στάχυ, το πρώτο σύκο, το πρώτο τσαμπί σταφυλιού. Όχι βεβαίως γιατί τα είχε ανάγκη. Αλλά για να μάθει ο άνθρωπος να θυμάται. Τι να θυμάται; Πώς ό,τι καλό έχει, το έλαβε. Κι ό,τι κρατάει στα χέρια του, είναι δώρο, όχι ιδιοκτησία.
«Τίμα Τον Κύριον από των απαρχών των γεννημάτων σου», λέει στις Παροιμίες. Κι αυτή η αρχή, της ευγνωμοσύνης και της επιστροφής του δώρου στον Δοτήρα, δεν έπαυσε με Τον Χριστό. Αντίθετα, ο ίδιος ο Χριστός ονομάζεται

Κυριακή 3 Αυγούστου 2025

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 3 Αὐγούστου 2025, Η΄ Ματθαίου (Ματθ. ιδ΄ 14-22)

 Κατά Ματθ. ΙΔ' 14-22

 
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ Ἰησοῦς πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν. ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. Oἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. ὁ δὲ εἶπε· φέρετέ μοι αὐτοὺς ὧδε. Kαὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. Kαὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ ­περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. Oἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.

Κυριακή Η΄Ματθαίου: Ο πολλαπλασιασμός των άρτων (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)

 





(Ματθ. ιδ΄, 14-22) Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὑαγγελιστὴν

ὁμιλίαν μθ΄

α΄. Προσέξετε ὅτι πάντοτε φεύγει· καὶ ὅταν ἔπιασαν τὸν Ἰωάννη κι ὅταν τὸν ἐσκότωσαν κι ὅταν ἔμαθαν οἱ Ἰουδαῖοι ὅτι ἀπόκτησε περισσότερους μαθητάς. Τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς θέλει νὰ φέρεται σὰν ἄνθρωπος, ἐπειδὴ δὲν ἐπέτρεπε ὁ καιρὸς ἀκόμα νὰ δείξη ὁλότελα γυμνὴ τὴ θεότητά του. Γι’ αὐτὸ ἔλεγε στοὺς μαθητὰς του, νὰ μὴ φανερώσουν σὲ κανένα ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός. Ἤθελε νὰ γίνη γνωστὸ μετὰ τὴν ἀνάστασή του. Γι’ αὐτὸ ὄχι μόνο δὲν ὠργίστηκε πολὺ μὲ ὅσους Ἰουδαίου ἔδειξαν ἀπιστία ἀλλὰ καὶ τοὺς συγχώρησε. Κι ὅταν ἔφυγε δὲν πῆγε σὲ πόλη ἀλλὰ στὴν ἔρημο, καὶ μὲ τὸ πλοῖο, ὥστε νὰ μὴν τὸν ἀκολουθήση κανένας.

Σεῖς προσέξετε πῶς οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννη προσκολλήθησαν στὸν Ἰησοῦ. Οἱ ἴδιοι τοῦ ἀνήγγειλαν ὅ,τι εἶχε γίνει, τοὺς ἄφησαν ὅλους καὶ στὸ τέλος κατάφυγαν σ’ αὐτόν. Ἔτσι δὲν κατώρθωσε μικρὸ πρᾶγμα ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ συμφορὰ κι ἀπὸ ὅσα ἐπέτυχε μ’ ἐκείνη τὴν ἀπάντησή του. Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο δὲν ἔφυγε πρὶν τοῦ ἀναφέρουν αὐτὰ, ἄν καὶ ἤξερε βέβαια ὅ,τι εἶχε συμβεῖ πρὶν τοῦ ἀναφέρουν; Ἔδειξε μὲ ὅλο τὴν ἀλήθεια τῆς ἐνεργείας του. Γιατὶ δὲν ἤθελε μὲ τὸ ἴδωμα μόνο ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ ἔργα νὰ τὸ πιστοποιήση. Ἤξερε τὴν κακότητα τοῦ διαβόλου καὶ ὅτι θὰ ἔκανε τὰ πάντα, γιὰ νὰ καταστρέψη τὴ γνώμη ἐκείνη. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο λοιπὸν ἀναχωρεῖ. Ὁ κόσμος ὡστόσο οὔτε ἔτσι δὲν τὸν ἀφήνει ἀλλὰ τὸν ἀκολουθεῖ ἀπὸ κοντά. Δὲν τοὺς ἐφόβισε τὸ περιστατικὸ τοῦ Ἰωάννη. Τόσος εἶναι ὁ πόθος, τὸση ἡ ἀγάπη. Ἔτσι ὅλα τὰ δεινὰ τὰ νικᾶ καὶ τὰ διασκορπίζει. Γι’ αὐτὸ καὶ πῆραν εὐθὺς καὶ τὴν ἀμοιβή. Βγῆκε ὁ Ἰησοῦς γράφει, καὶ εἶδε κόσμο πολύ. Ἔνιωσε εὐσπλαχνία γι’ αὐτοὺς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους ποὺ εἶχαν. Καὶ μόλο ποὺ ἦταν πολλὴ ἡ προσκόλλησή τους σ’ αὐτόν, ὅ,τι ἔκανε σ’ ἐκείνους ξεπερνοῦσε τὴν ἀμοιβὴ κάθε προθυμίας. Γι’ αὐτὸ καὶ σὰν λόγο τῆς θεραπείας θέτει τὴν εὐσπλαχνία, εὐσπλαχνία ἔντονη. Τοὺς θεραπεύει ὅλους. Δὲ ζητᾶ ἐδῶ πίστη. Γιατὶ ἡ προσέλευσή τους κοντά του, καὶ ἡ ἐγκατάλειψη τῶν πόλεών τους, καὶ ἡ ἀποκλειστικὴ ἀναζήτησή του ἀπ’ αὐτοὺς, ἡ παραμονή τους, μόλο ποὺ ἡ

Σάββατο 26 Ιουλίου 2025

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 267 Ἰουλίου 2025

 

Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου (θ΄ 27 - 35)



Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον

θ΄ 27 - 35

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ παράγοντι τῷ Ἰησοῦ ἠκολούθησαν αὐτῷ δύο τυφλοὶ κράζοντες καὶ λέγοντες· Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ. 28 ἐλθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; λέγουσιν αὐτῷ· Ναί, Κύριε. 29 τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν λέγων· Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν. 30 καὶ ἀνεῴχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί· καὶ ἐνεβριμήσατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω. 31 οἱ δὲ ἐξελθόντες διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ. 32 Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν δαιμονιζόμενον· 33 καὶ ἐκβληθέντος τοῦ δαιμονίου ἐλάλησεν ὁ κωφός. καὶ ἐθαύμασαν οἱ ὄχλοι λέγοντες, Οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ. 34 οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· Ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. 35 Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου: Σκοτεινές ιδέες και γραμμές άμυνας. Καθαρός εσωτερικός άνθρωπος, ορθόδοξος και ορθόπραξος

 

Ομιλία π. Αθανασίου Χατζή
080803

Κυριακὴ Ζ΄ Ματθαίου: Ἡ θεραπεία τῶν δύο τυφλῶν (Ἅγιος Ἱωάννης Χρυσόστομος)

 

(Ματθ. θ΄ 27-35)
Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν
ὁμιλία αβ΄
 α΄. Γιατὶ τάχα τοὺς σέρνει μαζί του ἐνῶ φωνάζουν; Πάλι ἐδῶ θέλει νὰ μᾶς διδάξη νὰ ἀποφεύγωμε τὴ δόξα ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν κόσμο. Ἦταν κοντὰ τὸ σπίτι καὶ τοὺς ὁδηγεῖ ἐκεῖ γιὰ νὰ τοὺς θεραπεύση μακρυὰ ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Κι αὐτὸ εἶναι φανερὸ ἀπὸ ὅ,τι τοὺς εἶπε, νὰ μὴν ποῦν τίποτα σὲ κανένα. Καὶ δὲν εἶναι μικρὴ αὐτὴ ἡ κατηγορία ποὺ δέχωνται οἱ Ἰουδαῖοι, ὅταν οἱ τυφλοὶ μὲ χωρὶς μάτια ἀπὸ τὴν ἀκοὴ μονάχα δέχωνται τὴν πίστη, ἐνῶ ἐκεῖνοι ἄν καὶ βλέπουν τὰ θαύματα κι ἔχουν μάρτυρα γιὰ ὅσα γίνονται τὴν ὅραση, τὰ ὁλότελα ἀντίθετα κάνουν. Προσέξετε καὶ τὴν προθυμία τῶν τυφλῶν καὶ ἀπὸ τὶς κραυγὲς κι ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ συνάντηση. Οὔτε δηλαδὴ πλησίασαν μόνο ἀλλὰ καὶ φώναζαν δυνατὰ καὶ τίποτα δὲν ἤθελα παρὰ εὐσπλαχνία. Τὸν ἀποκαλοῦσαν Γιὸ τοῦ Δαυΐδ, γιατὶ τὸ ὄνομα τοὺς φαινόταν τιμητικό. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις καὶ οἱ προφῆτες ἔτσι καλοῦσαν τοὺς βασιλιάδες, ποὺ ἤθελαν νὰ τιμήσουν καὶ νὰ τοὺς παρουσιάσουν μεγάλους. Κι ὅταν τοὺς ὡδήγησε στὸ σπίτι, τοὺς ἀπευθύνει δεύτερη ἐρώτηση. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις φρόντιζε νὰ κάνη τὶς θεραπείες του, ἀφοῦ τὸν ἱκέτευαν, γιὰ νὰ μὴ νομίση κανένας ὅτι ἀπὸ φιλοδοξία ἔτρεχε νὰ θαυματοποιῆ. Κι ὄχι γι’ αὐτὸ μονάχα ἀλλὰ γιὰ νὰ δείξη πὼς ἦσαν ἄξιοι γιὰ τὴ θεραπεία καὶ γιὰ νὰ μὴ λένε ὅτι ἀφοῦ ἀπὸ εὐσπλαχνία ἔσωζε, ἔπρεπε νὰ σωθοῦν ὅλοι. Ἔχει καὶ ἡ φιλανθρωπία τὴ δικαιολογία της, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν πίστη ἐκείνων ποὺ σώζονται. Δὲ γυρεύει ὅμως ἀπ’ αὐτοὺς τὴν πίστη μόνο γι’ αὐτό, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὸν ἀποκάλεσαν Γιὸ του Δαυΐδ, θέλοντας νὰ τοὺς ὁδηγήση ἀκόμα ψηλότερα καὶ

Κυριακὴ Ζ’ Ματθαἰου: Ἡ θεραπεἰα τῶν δύο τυφλῶν

 Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς



Ο πρωτόπλαστος άνθρωπος ζούσε όπως οι άγγε­λοι, με τη θεωρία τού Θεού. Μετά την πτώση, οι απόγονοί του ζούσαν με την πίστη στο Θεό. Εκείνοι που δε θεωρούσαν το Θεό κι η πίστη τους είχε εκλείψει, δεν μπορούσαν να συναριθμηθούν με τους ζωντανούς, αφού δεν είχαν επαφή με τη Ζωή. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσαν να ζουν;
Η λίμνη που είναι ανοιχτή στο στερέωμα, δέχεται το νερό από ψηλά. Γεμίζει με νερό και δεν ξεραίνεται. Μια άλλη λίμνη, που δεν είναι ανοιχτή στο στερέωμα, δέχεται το νερό από τη γη, από τις πηγές των βουνών. Γεμίζει κι αυτή και δεν ξεραίνεται. Μια τρίτη λίμνη όμως, που δεν είναι ανοιχτή στο στερέωμα, ούτε και δέχεται νερό από κάποιο υπόγειο ρεύμα, δεν μπορεί παρά κάποια στιγμή ν' αδειάσει και να ξεραθεί.
Όταν μια λίμνη δεν έχει νερό, μπορεί πια να λέ­γεται λίμνη; Όχι. Μάλλον είναι ένας στεγνός κρατή­ρας. Μπορεί ένας άνθρωπος χωρίς Θεό να ονομάζεται άνθρωπος; Όχι. Μάλλον είναι ένας στεγνός, ένας άδει­ος τάφος. Όπως το νερό είναι το κύριο συστατικό της λίμνης, έτσι είναι κι ο Θεός για τον άνθρωπο. Λίμνη χωρίς νερό δεν είναι λίμνη· άνθρωπος χωρίς Θεό δε λέγεται άνθρωπος. Πώς μπορεί νά 'χει ένας άνθρωπος το Θεό μέσα του, αν του έχει κλείσει την είσοδο απ' όλες τις πλευρές, όπως μια αποξηραμένη λίμνη ή ένας κλειστός τάφος χωρίς φως;
Ο Θεός δεν είναι σαν μια πέτρα που πέφτει μέσα στον άνθρωπο και παραμένει εκεί χωρίς τη θέληση του ανθρώπου. Ο Θεός είναι δύναμη, πιο ισχυρή και πιο καθαρή από το φως και τον αέρα. Είναι δύναμη που γεμίζει τον άνθρωπο ή τον εγκαταλείπει αν εκείνος με την ελεύθερη θέλησή του την απορρίψει. Κι αυτό επειδή ο Θεός είναι άπειρα αγαθός. Έτσι, από τη μια μέρα στην άλλη ο άνθρωπος μπορεί να μην είναι το ίδιο γεμάτος από το Θεό. Κι αυτό εξαρτάται κυρίως από το πόσο ανοιχτός είναι ο άνθρωπος στο Θεό. Αν η ψυχή του ανθρώπου ήταν εντελώς ανοιχτή μόνο
προς το Θεό, που σημαίνει πως ταυτόχρονα θα ήταν κλειστή για τον κόσμο, τότε θα ξαναγύριζε στην πρώτη του αγαλλίαση της θεωρίας τού Θεού. Αλλ' αυτό είναι πολύ δύσκολο στο θνητό περιβάλλον όπου ζει η ψυχή τού ανθρώπου. Μόνο ένα άνοιγμα υπάρχει απ' όπου ο άνθρωπος μπορεί νά 'ρθει σ' επαφή με το Θεό, την πηγή της ζωής. Και το άνοιγμα αυτό είναι η πίστη.
Πίστη σημαίνει πρώτα

Η ΑΛΗΘΗΣ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑ


π. Δημητρίου Μπόκου

Περιερχόμενος τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριὰ τῆς Ἰουδαίας ὁ Χριστός, βρέθηκε μπροστὰ σὲ δύο τυφλούς, ποὺ ζήτησαν μὲ δυνατὲς κραυγὲς νὰ τοὺς σπλαχνιστεῖ καὶ νὰ τοὺς θεραπεύσει ἀπὸ τὴν τύφλωση. Ὁ Χριστὸς τοὺς ρώτησε ἂν πιστεύουν ὅτι μπορεῖ νὰ τὸ κάνει αὐτὸ καὶ ἐκεῖνοι ἀπάντησαν θετικά. Καὶ ὁ Χριστὸς τοὺς ἔδωσε τὸ φῶς τους (Κυριακὴ Ζ΄ Ματθαίου).
Οἱ δυὸ τυφλοὶ στὴν ἱκεσία τους ὀνόμαζαν τὸν Χριστὸ υἱὸ τοῦ
Δαυΐδ. «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ». Εἶχαν δηλαδὴ ἐνστερνισθεῖ τὴ γνώμη, ὅτι ἔχουν μπροστά τους ὄχι ἕναν ἁπλὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸν ἀναμενόμενο ἔνδοξο ἀπόγονο τοῦ Δαυΐδ, τὸν Μεσσία καὶ λυτρωτὴ τῶν ἀνθρώπων. Πίστευαν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶχε προφητευθεῖ ἀπὸ ὅλους τοὺς προφῆτες. Ἀλλὰ ἡ πίστη τους δὲν σταματοῦσε ἐκεῖ.
Ὁ Χριστὸς δὲν τοὺς θεράπευσε ἀμέσως,

Σάββατο 19 Ιουλίου 2025

Ὁ Πύρινος Ἅγιος. Ἠλίας ὁ Θεσβίτης

 


Αὐτὸς ὁ ἅγιος ξεχωρίζει ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους, καὶ μὲ ὅλο ποὺ ἤτανε ἄνθρωπος, φαίνεται σὰν κάποιο ὑπερφυσικὸ καὶ μυστηριῶδες πλάσμα, ποὺ ἔρχεται καὶ ξανάρχεται στὸν κόσμο. Οἱ Ἰουδαῖοι περιμένανε νὰ ξανἄρθει στὸν κόσμο, γιὰ τοῦτο θαρρούσανε πὼς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἤτανε ὁ Ἠλίας. Καὶ τότε ποὺ ρώτησε ὁ Χριστὸς τοὺς μαθητὲς τοῦ «Ποιός, λένε, πὼς εἶμαι, οἱ ἄνθρωποι;», τοῦ ἀπαντήσανε πὼς λέγανε πὼς ἤτανε ὁ Ἠλίας ἢ κάποιος ἄλλος ἀπὸ τοὺς προφῆτες. Ὁ προφήτης Μαλαχίας, ποὺ ἔζησε πολὺ ὑστερώτερα ἀπὸ τὸν Ἠλία, λέγει: «Τάδε λέγει Κύριος Παντοκράτωρ. Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τὸν Θεσβίτην, πρὶν ἢ ἐλθεῖν τὴν ἡμέραν Κυρίου τὴν μεγάλην καὶ ἐπιφανῆ», καὶ πολλοὶ τὸ ἐξηγήσανε πὼς ὁ Ἠλίας θἄρθη πάλι στὸν

κόσμο πρὶν ἀπὸ τὴ Δευτέρα Παρουσία καὶ θὰ μαρτυρήσει. Σὲ ὅλα μοιάζει μ᾿ αὐτὸν ὁ Πρόδρομος, γι᾿ αὐτὸ οἱ ἀπόστολοι κ᾿ οἱ ἄλλοι Ἑβραῖοι ὑποπτευόντανε μήπως ἤτανε ὁ Ἠλίας ξαναγεννημένος. Ὕστερα ἀπὸ τὴ Μεταμόρφωση, σὰν

Να μην παραδοθούμε..... όχι πνευματική ζωή με αιρετικούς

 


Εὐαγγελική περικοπή Κυριακῆς Στ΄Ματθαίου

 


 
 
Ματθαίου θ΄ 1-8

 
 αὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. 2 Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον· καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπε τῷ παραλυτικῷ· θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 3 καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτος βλασφημεῖ. 4 καὶ ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ῞Ινα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 5 τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; 6 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας - τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 7 καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 8 ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις. 9 Καὶ παράγων ὁ ᾿Ιησοῦς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄνθρωπον καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, Ματθαῖον λεγόμενον, καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι. καὶ ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ.
 

Ἡ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ

 



Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος
(Ματθ θ’, 1-8)


«Καὶ ἀφοῦ μπῆκε στὸ πλοῖο πέρασε διὰ μέσου τῆς λίμνης στὸ ἀπέναντι μέρος καὶ ἦλθε στὴ δική του πόλη. Καὶ νὰ ἔφεραν σ’ αὐτὸν ἕνα παραλυτικὸ πάνω στὸ κρεβάτι. Καὶ ὁ Ἰησοῦς, ὅταν εἶδε τὴν πίστη τους, εἶπε στὸν παραλυτικό· Ἔχε θάρρος, παιδί μου, σοῦ ἔχουν συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου»
Δική του πόλη ὀνομάζει ἐδῶ τὴν Καπερναούμ. Ἡ Βηθλεὲμ τὸν ἔφερε στὴ ζωή, ἡ Ναζαρὲτ τὸν μεγάλωσε, ἡ Καπερναοὺμ τὸν εἶχε μόνιμο κάτοικό της. Ὁ παραλυτικὸς ἐδῶ εἶναι ἄλλος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Ἐκεῖνος ἦταν κατάκοιτος στὴν κολυμβήθρα, αὐτὸς ἦταν στὴν Καπερναούμ. Ἐκεῖνος ἦταν ἄρρωστος τριάντα ὀκτὼ χρόνια· γι’ αὐτὸν ἐδῶ δὲ λέγεται τίποτα τέτοιο. Ἐκεῖνος δὲν εἶχε κανένα νὰ τὸν προστατέψει, αὐτὸς ὅμως εἶχε αὐτοὺς ποὺ τὸν φρόντιζαν, ποὺ τὸν σήκωσαν κιόλας καὶ τὸν ἔφεραν. Καὶ σ’ αὐτὸν λέει, «παιδί μου, συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σου» σ’ ἐκεῖνον, «θέλεις νὰ βρεῖς τὴν ὑγεία σου»; Κι ἐκεῖνον τὸν θεράπευσε τὸ Σάββατο, αὐτὸν ὅμως ὄχι. Γιατί βέβαια θὰ τὸν κατηγοροῦσαν ἂν τὸ ἔκανε· καὶ γι’ αὐτὸ οἱ Ἰουδαῖοι σ’ αὐτὸν σιώπησαν, σ’ ἐκεῖνον ὅμως ἐπιτέθηκαν καὶ τὸν καταδίωκαν. Αὐτὰ τὰ εἶπα ὄχι χωρὶς λόγο ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανένας πὼς ὑπάρχει διαφωνία, ἐπειδὴ σχημάτισε τὴν ὑποψία πὼς ἦταν ὁ ἴδιος παραλυτικός.



Ἐμεῖς ἂς προσέξουμε τὴ μετριοφροσύνη καὶ τὴν καλωσύνη τοῦ Κυρίου. Γιατί

ΤΟ ΑΥΤΟΕΙΔΩΛΟ

 




π. Δημητρίου Μπόκου
 
Ἐνῶ ὁ Χριστὸς βρισκόταν στὴν Καπερναούμ, τοῦ ἔφεραν γιὰ θεραπεία ἕναν παραλυτικό. Πρὶν θεραπεύσει τὸ σῶμα του ὁ Χριστός, θεράπευσε τὴν ψυχή του λέγοντας «ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι». Τὰ λόγια αὐτὰ ξένισαν τοὺς Φαρισαίους, ποὺ ἄρχισαν νὰ σκέφτονται, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ συγχωρεῖ κάποιος ἁμαρτίες; Αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸ κάνει μόνο ὁ Θεός. Κατ’ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς διέπραττε ὕψιστη βλασφημία, σφετεριζόμενος δικαίωμα τοῦ Θεοῦ (Κυριακὴ ΣΤ΄Ματθαίου).
Παλιότερα οἱ ἄνθρωποι διατηροῦσαν ἀκόμα τὴν εὐαισθησία τους στὸ θέμα τῆς ἁμαρτίας. Εἶχαν ἐνεργὸ μέσα τους τὸ κριτήριο τῆς ὀρθότητας τοῦ βίου. Καὶ τὸ κριτήριο αὐτὸ ἦταν ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
Ἦταν γι’ αὐτοὺς ὁ ἀσφαλὴς ὁδηγός, τὸ συμβουλευτικὸ ἐγχειρίδιο τῆς ζωῆς, ὄχι κάποιος ἐπαχθὴς καὶ αὐθαίρετος καταναγκασμὸς τῆς ἐλευθερίας τους. Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ δὲν ἦταν ἀκριβῶς ἐντολές, ἀλλὰ περισσότερο συμβουλές, ὑποδείξεις, ὁδοδεῖκτες γιὰ τὴν ἀσφαλῆ διέλευση μέσα ἀπὸ τὸ πολυποίκιλο κακὸ καὶ γιὰ τὴν ἐγγυημένη ἀνέλιξη στὴν ἀνέκφραστη ποιότητα ζωῆς ποὺ ὑποσχόταν ὁ Θεός. Οἱ ἄνθρωποι καταλάβαιναν σχετικὰ εὔκολα κατὰ πόσο βάδιζαν μὲ τοὺς κανόνες τοῦ Θεοῦ καὶ κατὰ πόσο

Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Κυριακὴ Ἁγίων Πατέρων τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

 


«Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου». Ὁμιλεῖ πάλι γιά τὸν κόσμο, ὄχι γιά ἕνα λαὸ οὔτε γιά εἴκοσι πόλεις, ἀλλὰ γιά ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη. Καὶ ἐννοεῖ τὸ πνευματικὸ φῶς, τὸ νοητό, ποὺ εἶναι πολὺ ἀνώτερο ἀκόμη καὶ ἀπό τίς ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου, ὅπως καὶ τὸ πνευματικὸ ἁλάτι. Καὶ προηγουμένως ὀνόμασε τοὺς χριστιανούς «ἁλάτι» καὶ ἔπειτα «φῶς» τοὺς ὀνομάζει, γιά νά ἀντιληφθεῖς ποιό εἶναι τὸ κέρδος τῶν αὐστηρῶν λόγων καὶ τῆς ἀξιοσέβαστης διδασκαλίας ἡ ὠφέλεια· διότι σὲ συγκρατεῖ καθὼς θέτει σὲ ἐνέργεια τή συνείδησή σου καὶ δέν ἀφήνει νά καταπέσεις καὶ σὲ καθιστᾶ προνοητικὸ ὁδηγώντας σε πρὸς τὴν ἀρετή.

«Οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλά ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ». Προσπαθεῖ πάλι μέ αὐτὰ τὰ λόγια νά τοὺς ὁδηγήσει σὲ ἠθική τελείωση καὶ τοὺς διδάσκει νά βρίσκονται σὲ διαρκῆ ἐπαγρύπνηση, διότι θὰ παρακολουθοῦνται ἀπὸ ὅλους καὶ θὰ ἔχουν ὡς θεατὲς ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. «Μὴν βλέπετε», λέγει, «ὅτι τώρα καθόμαστε ἐδῶ καὶ ὅτι βρισκόμαστε σὲ κάποια ἀπόμερη γωνιά τῆς γῆς. Διότι θὰ γίνετε τόσο περίβλεπτοι, τόσο πολὺ θὰ σᾶς βλέπουν ὅλοι, ὅπως βλέπουν μία πόλη πού εἶναι κτισμένη στήν κορυφή, καὶ ὅπως βλέπουν μέσα σὲ ἕνα σπίτι τὸ λυχνάρι, ποὺ βρίσκεται ἐπάνω στό λυχνοστάτη καὶ σκορπίζει γύρω τὸ φῶς».

Ποῦ εἶναι τώρα ἐκεῖνοι πού ἀμφιβάλλουν γιά τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ; Ἂς τὰ ἀκοῦσουν αὐτά, ἂς θαυμάσουν τὴν προφητικὴ Του δύναμη καὶ ἂς προσκυνήσουν τὴν ἐξουσία Του. Ἀναλογίσου δηλαδὴ ποιές μεγάλες ὑποσχέσεις ἔδινε πρὸς ἀνθρώπους πού ἦσαν ἄγνωστοι (οἱ Ἀπόστολοι) ἀκόμη καὶ στήν ἰδιαίτερή τους πατρίδα. Τοὺς ὑποσχόταν ὅτι θὰ τοὺς γνωρίσει ἡ ξηρὰ καὶ ἡ θάλασσα καὶ ὅτι ἡ φήμη τους θὰ φτάσει στά πέρατα τῆς οἰκουμένης. Ἢ ὀρθοτέρα, ὄχι ἁπλῶς ἡ φήμη, ἀλλὰ καὶ ἡ εὐεργετικὴ τους ἐπίδραση. Διότι πράγματι δέν τοὺς ἔκανε παντοῦ γνωστοὺς μόνο ἡ φήμη, ἀλλὰ τὰ ἴδια τὰ ἔργα τους. Διότι διέτρεξαν ὅλη τή γῆ σὰν νά εἶχαν φτερά, σὰν νά ἦταν ταχύτεροι ἀπό τίς ἀκτῖνες, καὶ ἔσπειραν τὸ φῶς τῆς εὐσέβειας. Καὶ ἔχω τὴν ἐντύπωση ὅτι στό σημεῖο αὐτὸ τοὺς προετοιμάζει γιά τὴν ποιμαντορικὴ δράση τους καὶ γιά νά ἔχουν παρρησία· ἡ φράση λοιπὸν «οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη» ἀποδεικνύει τή δύναμή Του. Διότι, ὅπως δέν ὑπάρχει τρόπος νά κρυφτεῖ ἡ πόλη αὐτή, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νά ἀποσιωπηθεῖ, καὶ νά μείνει ἀπαρατήρητο τὸ κήρυγμά Του. Ἐπειδὴ δηλαδὴ μίλησε γιά διωγμοὺς καὶ κακολογίες καὶ παγίδες καὶ πολέμους, τοὺς ἐνθαρρύνει καί, γιά νά μὴ νομίσουν ὅτι αὐτὰ θὰ μπορέσουν νά τοὺς λυγίσουν καὶ νά τοὺς κάνουν νά σιωπήσουν, τοὺς λέγει ἐνθαρρύνοντας τοὺς ὅτι, ὄχι μόνο δὲν θὰ μείνει ἀπαρατήρητο τὸ κήρυγμά τους ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ θὰ φωτίσει ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη. Καὶ γιά τὸν λόγο αὐτὸ ἀκριβῶς θὰ γίνουν ἔνδοξοι καὶ ἐπιφανεῖς.

Μὲ αὐτὸ λοιπὸν φανερώνει τή δύναμή Του. Μὲ τὸ ἀμέσως ἐπόμενο ὅμως τοὺς ζητεῖ νά ἐπιδοθοῦν μέ ζῆλο στό ἔργο τους καὶ τοὺς λέγει: «οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλά ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς»· ἔτσι ἂς λάμψει ἐμπρὸς στούς ἀνθρώπους, γιά νά δοῦν τὰ καλὰ σας ἔργα καὶ δοξάσουν τὸν Πατέρα σας τὸν οὐράνιο, ποὺ ἔχει τέτοια ἐνάρετα τέκνα. «Ἐγὼ δηλαδὴ ἄναψα», λέγει, «τὸ φῶς· ἔργο δικό σας εἶναι νά παραμείνει ἀναμμένο. Καὶ ὄχι μόνο γιά τὸν ἑαυτὸ σας, ἀλλὰ καὶ γιά ἐκείνους πού θὰ θελήσουν νά ἀπολαύσουν αὐτὸ τὸ λαμπερὸ φῶς καὶ νά κατευθυνθοῦν πρὸς τὴν ἀλήθεια. Ἂν ζεῖτε λοιπὸν ἐνάρετα καὶ ὅπως ταιριάζει σὲ ἐκείνους πού προορίζονται νά διδάξουν ὅλη τὴν οἰκουμένη, δὲν θὰ μπορέσουν οἱ κακολογίες νά μειώσουν τή λάμψη σας. Ἐπιδιώξετε λοιπὸν νά εἶναι ἡ ζωὴ σας ἄξια τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά εἶναι συμπαραστάτης σας παντοῦ, ὅπως θὰ τὴν κηρύσσετε παντοῦ».

Ἔπειτα, ἐκτὸς ἀπὸ τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ὑπόσχεται καὶ ἄλλη ὠφέλεια, ἱκανὴ νά τοὺς ἐνισχύσει στούς ἀγῶνες τους καὶ νά τοὺς καταστήσει πολὺ πρόθυμους. «Ἂν εἶναι», λέγει, «ἐνάρετος ὁ βίος σας, δὲν θὰ συμβάλλετε μόνο στόν φρονηματισμὸ τῆς οἰκουμένης, ἀλλὰ καὶ στή δόξα τοῦ Θεοῦ, ὅπως πάλι ἐὰν ἐνεργεῖτε διαφορετικὰ καὶ τοὺς ἀνθρώπους θὰ ὁδηγήσετε στήν αἰώνια καταστροφὴ καὶ θὰ τοὺς κάνετε νά βλασφημοῦν τὸ πανάγιο ὄνομα τοῦ Θεοῦ». «Πῶς θὰ δοξαστεῖ, ὅμως», θὰ μποροῦσε νά ἀπορήσει κάποιος, «ὁ Θεός με τή δική μας συμβολή, ἀφοῦ θὰ μᾶς κακολογοῦν οἱ ἄνθρωποι;». Δὲν θὰ σᾶς κακολογοῦν ὅλοι. Καὶ ἐκεῖνοι ἀκόμη πού θὰ σᾶς κακολογοῦν ἀπὸ φθόνο, θὰ σᾶς θαυμάζουν καὶ θὰ σᾶς σέβονται κρυφὰ μέσα στή συνείδησή τους, ὅπως ἀκριβῶς κατηγοροῦν ἐνδόμυχα οἱ κόλακες ἐκείνους πού ζοῦν ἀνήθικα.

Λοιπόν; Μᾶς συμβουλεύεις νά ζοῦμε πρὸς αὐτοπροβολὴ καί μέ σκοπὸ τὴν ἀπόκτηση δόξας; «Ὄχι! Δέν ἐννοῶ αὐτό. Γιά τοῦτο δέν σᾶς εἶπα νά φροντίζετε νά κάνετε γνωστὰ καὶ νά προβάλλετε τὰ κατορθώματά σας, οὔτε πάλι σᾶς εἶπα νά τὰ ἐπιδεικνύετε, ἀλλὰ «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν (ἔτσι ἂς λάμψει τὸ φῶς σας)». Τοῦτο σημαίνει: ‘’νά εἶναι πολλὴ ἡ ἀρετὴ σας καὶ ἄφθονη ἡ φλόγα σας καὶ ἄπειρο τὸ φῶς σας’’. Διότι ὅταν εἶναι τόσο πολλὴ ἡ ἀρετή, εἶναι ἀδύνατον νά μὴν τὴν προσέξουν, ἀκόμη καὶ ἂν προσπαθεῖ νά τὴν κρύψει ὁ ἐνάρετος. Ἡ ζωὴ σας εἶναι ἀδιάβλητη καὶ μὴν τοὺς δίνετε καμία ἀφορμὴ νά σᾶς κακολογοῦν. Καὶ τότε δὲ θὰ μπορέσει κανεὶς νά κηλιδώσει τή ζωή σας, ἔστω καὶ ἂν σᾶς κακολογοῦν χιλιάδες.

Καὶ πολὺ ὡραία εἶπε: «τὸ φῶς». Διότι, ὅσο καὶ ἂν ἐπιθυμεῖ ὁ ἄνθρωπος νά μείνει ἀπαρατήρητος, ὅσο καὶ ἂν προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο νά παραμένει στήν ἀφάνεια, δέν ὑπάρχει τίποτε πού νά τοῦ δίνει τόση δόξα, ὅση ἡ ἄσκηση τῆς ἀρετῆς. Διότι εἶναι φωτεινότερος ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἀκτῖνα, σὰν νά ἀκτινοβολεῖ ὁ ἴδιος, καὶ ἐκπέμπει τή λάμψη του ὄχι μόνο πάνω στή γῆ, ἀλλὰ καὶ πάνω ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ τοὺς ἐνθαρρύνει περισσότερο. «Καὶ ἂν πονᾶτε καὶ στενοχωριέστε», λέγει, «ἐπειδὴ σᾶς κακολογοῦν, νά εἶστε βέβαιοι ὅτι θὰ εἶναι πολλοὶ ἐκεῖνοι πού θὰ λατρέψουν τὸν Θεό μέ τή βοήθειά σας. Ἡ ἀμοιβὴ σας ἑπομένως προέρχεται ἀπὸ δύο πηγές, καὶ ἐπειδὴ δοξάζεται ὁ Θεός μέ τή δική σας συμβολὴ καὶ ἐπειδὴ σᾶς κακολογοῦν ἐξαιτίας τῆς διδασκαλίας σας περὶ τοῦ Θεοῦ». Γιά νά μὴν ἐπιδιώκουμε λοιπὸν νά κακολογούμαστε ὅταν μάθουμε ὅτι θὰ ἀμειφθοῦμε γι’ αὐτό, δέν ἀναφέρει αὐτὸ μόνο, ἀλλὰ προσθέτει καὶ δύο προσδιορισμούς· «ὅταν ἡ κατηγορία εἶναι ψευδὴς» καὶ «ὅταν γίνεται ἐξαιτίας τῆς πίστεως μας πρὸς τὸν Θεό». Καὶ κάνει γνωστὸ συγχρόνως ὅτι δέν ὠφελεῖ ἡ κακολογία μόνο, ἀλλὰ ὠφελοῦν πολὺ καὶ οἱ ἔπαινοι, διότι ἡ δόξα μεταβαίνει πρὸς τὸν Θεό. Καὶ ἔτσι τοὺς δημιουργεῖ καλὲς ἐλπίδες. «Διότι», λέγει, «δέν ἔχουν τόση δύναμη οἱ συκοφαντίες τῶν κακῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά τυφλώσουν τοὺς ἄλλους καὶ νά τοὺς κάνουν νά μὴ δοῦν τὸ δικὸ σας φῶς. Τότε μόνο λοιπὸν θὰ σᾶς καταπατήσουν, ὅταν ἀπομακρυνθεῖτε ἀπὸ τὸν ἠθικὸ δρόμο, ὄχι ὅταν ἐνεργεῖτε ἠθικὰ καὶ σᾶς συκοφαντοῦν. Στή δεύτερη αὐτὴ περίπτωση μάλιστα θὰ σᾶς θαυμάζουν πολλοὶ καὶ ὄχι μόνο ἐσᾶς, ἀλλά, μὲ τή δική σας συμβολή, καὶ τὸν Πατέρα σας. Καὶ δέν εἶπε τὸν Θεό, ἀλλὰ τὸν Πατέρα, διότι ἤθελε νά ῥίξει ἀπὸ τώρα τὰ σπέρματα τῆς εὐγενείας τὴν ὁποία ἐπρόκειτο νά λάβουν». Ἔπειτα, γιά νά δείξει τὴν ὁμοτιμία Του μέ τὸν Πατέρα, ἐνῶ εἶπε παραπάνω: «μὴ στενοχωριέστε ὅταν σᾶς κακολογοῦν. Διότι σᾶς εἶναι ἀρκετὸ ὅτι σᾶς κακολογοῦν ἐξαιτίας μου»· ἐδῶ ἀναφέρει τὸν Πατέρα καὶ κάνει γνωστὸ ὅτι ἡ ἰσοτιμία ἰσχύει σὲ ὅλες τίς περιπτώσεις.

Ἀφοῦ λοιπὸν γνωρίσαμε τὸ κέρδος πού θὰ ἀποκομίσουμε ἀπὸ τὴν προθυμία αὐτὴν καὶ τὸν κίνδυνο πού περικλείει ἡ τυχὸν ῥᾳθυμία μας (διότι πολὺ χειρότερο ἀπὸ τή δική μας ἀπώλεια εἶναι τὸ νά βλασφημεῖται ὁ Κύριος μας ἐξαιτίας μας) ἂς μὴ γινόμαστε ἀφορμὴ σκανδαλισμοῦ καὶ αἰτία πτώσεως γιά τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, παρέχοντας τή ζωή μας πιὸ λαμπρή καὶ ἀπὸ τὸν ἥλιο, καὶ ἂν κάποιος θέλει νά μᾶς κατηγορεῖ, νά μὴ λυπόμαστε ὅταν ἄδικα μᾶς κατηγοροῦν, ἀλλὰ ὅταν δίκαια μᾶς κατηγοροῦν. Διότι ἐὰν ζοῦμε μέσα στήν πονηρία, καὶ ἂν ἀκόμη δὲν μᾶς κατηγορεῖ κανένας, θὰ εἴμαστε πιὸ ἄθλιοι ἀπὸ ὅλους, ἐνῶ ἐὰν φροντίζουμε γιά τὴν ἀρετή, καὶ ἂν ἀκόμη ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρη μᾶς κατηγορεῖ, τότε θὰ εἴμαστε οἱ πιὸ ἀξιοζήλευτοι ἀπὸ ὅλους καὶ θὰ προσελκύσουμε ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἐπιθυμοῦν τή σωτηρία· διότι δὲν θὰ προσέξουν τὴν κατηγορία τῶν πονηρῶν, ἀλλὰ τὴν ἀρετὴ τῆς δικῆς μας ζωῆς. Διότι πραγματικὰ ἡ ἀπόδειξη πού γεννιέται ἀπὸ τὰ ἐνάρετα ἔργα μας εἶναι πιὸ ἠχηρὴ ἀπὸ τή φωνή κάθε σάλπιγγας, καὶ ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ φῶς εἶναι πιὸ λαμπερὸς ὁ καθαρὸς ἠθικὸς βίος, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἀναρίθμητοι οἱ συκοφάντες.

Συνεπῶς, ἐὰν ἔχουμε ὅλες τίς ἀνωτέρω ἀρετές, τότε θὰ εἴμαστε καὶ πρᾶοι καὶ ταπεινοὶ καὶ ἐλεήμονες καὶ καθαροί καὶ εἰρηνοποιοὶ καὶ δὲ θὰ ἀνταποδίδουμε τίς ὕβρεις, ὅταν ὑβριζόμαστε, ἀλλὰ καὶ θὰ χαιρόμαστε, διότι θὰ προσελκύσουμε ἐκείνους πού μᾶς βλέπουν περισσότερο ἀπὸ ὅσο τοὺς προσελκύουν τὰ θαύματα, καὶ ἀκόμη, ὅλοι θὰ διατεθοῦν εὐνοϊκὰ πρὸς ἐμᾶς, εἴτε εἶναι ἄγριοι σὰν θηρία ἢ σὰν δαίμονες ἢ σὰν ὁτιδήποτε ἄλλο. Ἐὰν ὅμως ὑπάρχουν καὶ μερικοί πού θὰ μᾶς κατηγοροῦν νά μὴ φοβηθεῖς καθόλου καὶ νά μὴ θορυβηθεῖς, καὶ νά μὴ λάβεις ὑπόψη σου ὅτι σὲ ὑβρίζουν δημόσια, ἀλλὰ ἐρεύνησε τὸ βάθος τῆς ψυχῆς τους καὶ θὰ διαπιστώσεις ὅτι σὲ ἐπιδοκιμάζουν καὶ αἰσθάνονται θαυμασμὸ καὶ πολὺ σὲ ἐπαινοῦν.

Ἑπομένως νά μὴ λυπᾶσαι, οὔτε νά χάνεις τὸ θάρρος σου. Διότι καὶ οἱ ἀπόστόλοι γιά ἄλλους μὲν ἦσαν μυρωδιὰ θανάτου, γιά ἄλλους ὅμως ἦσαν ἄρωμα ζωῆς. «Ἂς εἶναι εὐλογημένο καὶ δοξασμένο τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς δίνει χάρη καὶ δύναμη καὶ μᾶς κάνει νά νικοῦμε καὶ νά θριαμβεύουμε ἐν τῷ Χριστῷ, καὶ ὁ Ὁποῖος κάνει φανερὴ καὶ αἰσθητὴ μέσῳ ἐμᾶς σὲ κάθε τόπο τή ζωογόνο εὐωδία τῆς ἀληθινῆς γνώσεως. Διότι ἐμεῖς, οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, εἴμαστε εὐωδία Χριστοῦ εὐχάριστη στόν Θεό· εὐωδία καὶ μεταξὺ τῶν σωζομένων καὶ μεταξὺ ἐκείνων, ποὺ βαδίζουν τὸν δρόμο τῆς αἰώνιας ἀπώλειας. Σὲ ἄλλους μὲν εἴμαστε ὀσμή πού φέρει τὸν θάνατο, διότι αὐτοὶ δὲν θέλουν νά δεχθοῦν τὴν σωτήρια ἀλήθεια· σὲ ἄλλους δέ, τοὺς καλοπροαίρετους, ζωογόνος εὐωδία, ποὺ δίνει ζωή. Καὶ ποῖος εἶναι ἱκανὸς ἀπὸ μόνος τοῦ νά πραγματοποιήσει αὐτὰ τὰ καλὰ ἔργα; Ὄντως, κανένας ἄλλος παρὰ μόνον ὁ Θεός». Πραγματικά, ἐὰν ἐσὺ δὲ δίνεις καμία ἀφορμὴ πρὸς κατηγορία, ἔχεις ἁπαλλαγεῖ ἀπὸ ὄλες τίς κατηγορίες καὶ μᾶλλον εἶσαι πιὸ μακάριος. Να ἀκτινοβολεῖς, λοιπόν, μὲ τή ζωή σου καὶ νά μὴ δίνεις καμία σημασία στούς κατηγόρους. Διότι δέν εἶναι δυνατό, ὁπωσδήποτε δέν εἶναι δυνατόν, να μὴν ἔχει πολλοὺς ἐχθροὺς ὅποιος φροντίζει γιά τὴν ἀρετή. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει τίποτε γιά τὸν ἐνάρετο, διότι διαμέσου ὅλων αὐτῶν θὰ δοξασθεῖ πολὺ περισσότερο.

Ἀφοῦ λοιπὸν σκεφτοῦμε αὐτά, ἂς φροντίζουμε γιά ἕνα πρᾶγμα μόνο, δηλαδὴ να ῥυθμίζουμε μέ ἀκρίβεια τή ζωή μας μὲ γνώμονα τὴν ἠθική, διότι ἔτσι θὰ κατευθύνουμε πρὸς τὴν ἠθικὴ ζωὴ ὅσους κάθονται στό σκοτάδι. Διότι ἡ ἠθικὴ μας συμπεριφορὰ ἔχει τόση δύναμη, ὥστε νά μὴν περιορίζεται ἐδῶ ἡ λάμψη της, ἀλλὰ καὶ νά ὁδηγεῖ ἐπιπλέον στή λύτρωση ὅσους τὴν ἀκολουθοῦν. Πραγματικά, ὅταν θὰ μᾶς δοῦν νά περιφρονοῦμε ὅλα τὰ ἐγκόσμια καὶ νά προετοιμαζόμαστε γιά τή μέλλουσα ζωή, θὰ ἐπηρεαστοῦν ἀπὸ τὰ ἔργα μας περισσότερο παρὰ ἀπὸ τὰ λόγια μας. Διότι ποῖος εἶναι τόσο ἀνόητος, ὥστε νά βλέπει ἐκεῖνο πού καλοπερνοῦσε καὶ ἤταν πλούσιος μέχρι χθὲς καὶ προχθές, νά περιφρονεῖ ὅλα αὐτὰ καὶ νά ἀποκτᾶ πτερὰ καὶ νά εἶναι ἕτοιμος νά ἀγωνιστεῖ πρὸς κάθε ταλαιπωρία καὶ πεῖνα καὶ ἀνέχεια καὶ κινδύνους καὶ θάνατο καὶ σφαγή καὶ πρὸς ὅλα ὅσα θεωροῦνται φοβερὰ καὶ νά μὴ βεβαιωθεῖ ἐξαιτίας αὐτῶν γιά τὰ μέλλοντα ἀγαθά; Ἂν ἀσχολούμαστε ὅμως ὑπέρμετρα μέ τὰ παρόντα καὶ βυθιζόμαστε βαθύτερα μέσα σὲ αὐτά, πῶς εἶναι δυνατὸν νά πιστέψουν ὅτι φροντίζουμε γιά τὴν ἄλλη ζωή;

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

πηγή 

Νέα Τάξη Πραγμάτων, ποιμένες καί πιστοί: Μήπως ἔχουμε προσωπίδες; Ὁμιλία π. Ἀθανασίου Χατζῆ

 

 

Σάββατο 12 Ιουλίου 2025

Κυριακὴ Ε΄ Ματθαίου, τῶν ἁγίων Πατέρων Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου



Κατά Ματθαίον Εὐαγγέλιο Κεφ. 5, 14-19

14 Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη·15 οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ’ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ.

16 οὕτως λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς.

17 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. 18 ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται.

19 ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ’ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.

 

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα Κυριακῆς Ε΄ Ματθαίου 

Ματθαίου, η΄ 28-34
 
Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης.
καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;
ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη.
οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων.
καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν.
οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων.
καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.

 

 

Ἅγιε τοῦ Θεοῦ πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν

 


Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

σταλαγματιες απο την παραδοση

αποψεις...