Η στάση του μεγάλου αδελφού (στην παραβολή του Ασώτου) αποτυπώνει την ψυχική κατάσταση του «δίκαιου» ανθρώπου. Είναι ακατανόητη γι’ αυτόν η στάση του πατέρα του και εκφράζει την απορία του γι’ αυτήν, διαμαρτυρόμενος για την αποκατάσταση του ασώτου αδελφού του, χωρίς να έχει πληρώσει πρώτα για τις
παραβάσεις του.
Υπονοεί ότι επιθυμία του και ευχαρίστησή του θα ήταν, αντί ο πατέρας του να υποδεχτεί με ανοιχτές αγκάλες τον άσωτο γιο, να τον έβαζε πρώτα στο εδώλιο του κατηγορουμένου, να τον δίκαζε για τα πεπραγμένα του και να τον τιμωρούσε με την ανάλογη τιμωρία.
Να εξοφλήσει πρώτα ο άσωτος πάντα τα οφειλόμενα, την πατρική περιουσία που ξόδεψε στις ασωτίες του, και μετά να έχει δικαίωμα να ονομαστεί ξανά γιος του. Να αποδοθεί δηλαδή η αυτονόητη δικαιοσύνη.
Καμουφλαρισμένη κάτω από το κοινό αίσθημα περί δικαίου η στάση του μεγάλου αδελφού, προδίδει στην πραγματικότητα μνησικακία, σκληρότητα και πώρωση.
Η τοποθέτηση που θέλει τον Θεό αφεντικό, δικαστή, τιμωρό και όχι πατέρα, απορρίπτεται χωρίς δεύτερη κουβέντα από τον άνθρωπο.
Ο Γάλλος φιλόσοφος Αλμπέρ Καμύ (στο βιβλίο του Ο επαναστατημένος άνθρωπος), αναφέρει την προκλητική θέση του Τερτυλλιανού (παλιού λατίνου εκκλησιαστικού συγγραφέα), ότι στον ουρανό η μεγαλύτερη πηγή ευδαιμονίας για τους μακάριους ανθρώπους θα είναι το θέαμα των Ρωμαίων αυτοκρατόρων που θα σιγοκαίγονται στην κόλαση. Και ότι παρόμοια ευδαιμονία ένιωθαν οι