Μὲ τὴν Κυριακὴν τῶν Ἁγίων Πάντων κατακλείεται ὁ κινητὸς κύκλος τῶν ἑορτῶν, ποὺ ἄρχισε ἀπὸ τὴν Κυριακήν τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου. Εἰς τὸ κατανυκτικὸν Τριώδιον καὶ εἰς τὸ χαρμόσυνον Πεντηκοστάριον μᾶς παρουσίασε ἡ Ἐκκλησία ὅλον τὸ ἔργον τῆς θείας οἰκονομίας μὲ κέντρον τὴν μεγά- λην ἑορτὴν τοῦ Πάσχα.
Εἴδαμεν τὴν πτῶσιν τῶν πρωτοπλάστων καὶ τὴν ἀνόρθωσιν τοῦ γένους μας διὰ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἐχαιρετίσαμεν τὴν ἔλευσιν τοῦ Παρακλήτου εἰς τὸν κόσμον καὶ ἐπαναγυρίσαμεν τὴν γέννησιν τοῦ νέου λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἔκχυσιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ἐπὶ πᾶσαν σάρκα».
Εἰς στενὸν σύνδεσμον μὲ τὴν ἑορτὴν αὐτὴν εὑρίσκεται ἡ ἑορτὴ τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πάντων, ἡ σφραγὶς καὶ τὸ τέλος τῆς μεγάλης ἑορταστικῆς περιόδου. Ἔρχεται δηλαδὴ σὰν ἀπόδειξις τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τὸν κόσμον.
Διότι μᾶς παρουσιάζει τοὺς καρποὺς τῆς σπορᾶς ἐκείνης, τὸν θερισμὸν τῶν λευκῶν χωρῶν, ποὺ ἐστάλησαν νὰ θερίσουν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι. Καὶ ὅπως παρατηρεῖ τὸ Συναξάριον τῆς ἡμέρας: «οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν τὴν ἑορτὴν αὐτὴν μετὰ τὴν κάθοδον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διὰ νὰ δείξουν ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Παναγίου Πνεύματος διὰ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ἐπέτυχε νὰ ἁγιάση καὶ νὰ σοφίση τὸ ἀνθρώπινον φύραμα καὶ νὰ ἀποκαταστήση τοὺς ἀνθρώπους εἰς τὴν θέσιν τῶν ἀγγέλων διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἴτε μὲ τὴν προσφορὰν τοῦ μαρτυρικοῦ των αἵματος, εἴτε μὲ τὴν ἐνάρετον πολιτείαν καὶ διαγωγὴν των.
Καὶ ἔργον ὑπερφυσικὸν διαπράττεται. Κατεβαίνει τὸ Πνεῦμα, ὁ Θεός, καὶ ἀνεβαίνει τὸ χῶμα, ὁ ἄνθρωπος. Ἀνεβάζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τὴν θεωθεῖσαν σάρκα καὶ ἕλκει μαζί της καὶ ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ πράξουν ἔργα συμφιλιώσεως μὲ τὸν Θεόν.









