Γύρω από τον βίο της θα στραφεί ό λόγος.
Τα παλιά τα χρόνια ζούσε στην έρημο ένας ασκητής, ό Ζωσιμάς. Ή φήμη του προσείλκυε πολλές ψυχές. Ήταν όντως άγιος. Άλλα μια μέρα του πέρασε ένας λογισμός - αρκεί και ένας λογισμός για να κάνη τον άνθρωπο ν' αμαρτήσει. Ό σατανάς του έλεγε• «Ζωσιμά, είσαι ό αγιότερος άνθρωπος!».
Ό Θεός όμως, πού αγαπούσε το Ζωσιμά, δια οράματος του είπε «Δεν είσαι συ ό αγιότερος• κοντά στον Ιορδάνη ποταμό υπάρχει κάποιος ανώτερος από σένα». Ύπήκουσε και πήγε στον Ιορδάνη, σ' ένα ξακουσμένο μοναστήρι. Εκεί είχαν συνήθεια, την πρώτη μέρα της μεγάλης Τεσσαρακοστής όλοι οι καλόγηροι να φεύγουν άδειαζαν το μοναστήρι, έβγαιναν στην έρημο, κ' εκεί έμεναν 40 μέρες. Επέστρεφαν την Κυριακή των Βαΐων, για να εορτάσουν όλοι μαζί τα πάθη και την άνάστασι του Κυρίου. Έτσι έκανε κι ό άγιος Ζωσιμάς.
Βγήκε στην έρημο. Καθώς περπατούσε, βλέπει μια σκιά. Φοβήθηκε. Πλησιάζει. Δεν ήταν φάντασμα, ήταν μία γυναίκα• ή Μαρία ή Αιγύπτια. Είχε γίνει πετσί και κόκαλο άπ' τη νηστεία. Ό Ζωσιμάς τη ρώτησε πώς βρέθηκε εκεί, κι αύτη διηγήθηκε τον βίο της. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά πού του είπε μάθαμε για αυτήν τα εξής.